Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Θυμάσαι?


30 Απριλίου 2014   


Θυμάσαι εκείνα τα απογεύματα στην Αθήνα που ήμασταν μόνοι στο σπίτι και κουλουριαζόσουν ολόκληρος γύρω από το πόδι μου, μην τυχόν και πάω σε κάποιο άλλο δωμάτιο και χάσεις την οπτική επαφή μαζί μου? Είχα μάθει να περπατάω με το δεξί μου πόδι να σε κουβαλάει ολόκληρο, γαντζωμένο επάνω μου… Ήθελα να κλαίω συνέχεια, αλλά δεν το έκανα..
Θυμάσαι εκείνο το απόγευμα στην Αθήνα που αμέσως μετά τον παιδικό ήθελες να πάμε σε παιδότοπο και εγώ δεν είχα ούτε διάθεση ούτε λεφτά και εσύ γκρίνιαζες και μου ήρθε απελπισία? Ήθελα να βάλω τα κλάματα, αλλά δεν το έκανα…
Και θυμάσαι εκείνο το απόγευμα στην Αθήνα, που ήμασταν μόνοι στο σπίτι, μετά από μία πολύ δύσκολη μέρα στη δουλειά μου και μία δύσκολη δική σου στον παιδικό, και δεν μπορούσα καθόλου να παίξουμε μαζί, και έβλεπες όλο το απόγευμα dvd με τη Dora & τον Diego? Γυρνούσες μόνο συνέχεια το κεφάλι, να επιβεβαιώσεις ότι κάθομαι ακόμα από πίσω σου, στον υπολογιστή μου… Μόλις επέστρεφες το κεφάλι, ήθελα να βάλω τα κλάματα, μα δεν το έκανα…
Θυμάσαι εκείνο το διήμερο που είχαμε και οι δύο υψηλό πυρετό και ήσουν συνέχεια γκρινιάρης και έκαιγες ολόκληρος, κι εγώ ήμουν αδύναμος και άυπνος? Νόμιζα πως θα τα παρατούσα, αλλά δεν το έκανα…
Και θυμάσαι εκείνες τις μέρες στην Αθήνα που δεν είχα το κουράγιο ούτε να μαγειρέψω αλλά ούτε και να παραγγείλω κάτι, και τρώγαμε ετοιματζίδικους κατεψυγμένους λαχανοντολμάδες ζεσταμένους στον φούρνο μικροκυμάτων? Νόμιζα πως θα γκρίνιαζες, αλλά δεν το έκανες…
Και θυμάσαι εκείνο το Σάββατο στην Αθήνα, που πήγαμε στο ανοιχτό Εμπορικό Κέντρο στα Σπάτα για να κάνουμε βόλτα ενώ ήξερα πως θα βρέξει και έβρεξε? Ήθελα να σε πάρω αγκαλιά και να κρυφτούμε μαζί κάτω από τια μαύρα σύννεφα και να κλάψω άνετα, για να νομίζεις πως είναι βροχή… Αλλά δεν το έκανα…
Θυμάσαι μια μέρα στην Αθήνα που είχα αργήσει να φύγω από τη δουλειά και σχεδόν θα έκλεινε ο παιδικός σταθμός και κόντεψα να τρακάρω στο δρόμο και τελικά μόλις έφτασα ήσουν ένα από τα 2-3 τελευταία παιδάκια που είχαν μείνει ένα τέταρτο μετά την ώρα κλεισίματος του παιδικού, και έκλαιγες και φώναζες «μπαμπά!!». Πίστεψα πως τα όρια μου είχαν εξαντληθεί και θα εγκαταλείψω… Αλλά δεν το έκανα..
Θυμάσαι και μια νύχτα στην Αθήνα, που ήταν ήδη πολύ αργά, και ήμουν εξαντλημένος από όλη την ημέρα κι εσύ δεν ήθελες να κοιμηθείς και ήμασταν ξαπλωμένοι στο χαλί στο δωμάτιό σου και προσπαθούσα να παίξουμε ενώ εσύ γκρίνιαζες συνέχεια γιατί ήθελες να είμαι πιο «δραστήριος» στο παιχνίδι και τελικά δεν άντεξα κι έβαλα τα κλάματα? Νόμιζα πως η γκρίνια σου θα γινόταν κλάμα, όμως ήρθες, με αγκάλιασες, κάθισες στην αγκαλιά μου, άρχισες να γελάς και μου είπες «μπαμπά μην κλαις»!
Υπάρχουν τόσα πράγματα που θυμάμαι και μάλλον δεν θυμάσαι.. Υπάρχουν τόσα πράγματα που πίστευα πως έπρεπε να φανώ δυνατός και σκληρός μπροστά σου, ώστε να μπορέσεις να τα αντιμετωπίσεις, τόσα δάκρυα που έπνιξα και κόντεψα να πνιγώ, τόση μοναξιά που «στόλισα» και άδειαζα κι άλλο μέσα μου, τόση σκληρή και άδικη πραγματικότητα που έπρεπε να διαχειριστώ… κι εσύ… εσύ, με έβλεπες βαθιά μέσα στα μάτια, με βλέμματα που έξυναν τις πιο βαθιές σκέψεις μου και μου έγνεψες συγκαταβατικά… Ναι, να φύγουμε.
Και φύγαμε. Θυμάσαι?

Τρίτη 29 Απριλίου 2014

Save the last dance for me….


29 Απριλίου 2014


Σήμερα είναι παγκόσμια ημέρα χορού. Και είμαστε χορού...μενοι. Παιδοτοπινγκ αγκαιν. Και ο μικρος χορο-πηδαει στα φουσκωτά, χορο-στατεί στις ζαβολιές, και μου κλείνει το μάτι από το δίχτυ... Εγώ, ο μπαμπάς δηλαδή, δέχομαι να με χορέψει στο ταψί ο μικρός καβαλιέρος μου. Αυτός δίνει το βήμα, αυτός με ζαλίζει στις στροφές, σε αυτόν αφήνομαι.. και παραδίνομαι στον ρυθμό του που καίει ακόμα... και θα καίει για όσο αυτή η Φλόγα δέχεται να μείνει ντάμα μας. Σιγά σιγά προσπαθώ να προετοιμαστώ για τη στιγμή που θα φουσκώσει τα πνευμόνια του και θα έρθει αποφασιστικά να σβήσει τη φωτιά αυτού του ρυθμού, για να ανάψει αλλού τις δικές του φλόγες. Μήπως πρέπει να αρχίσω κι εγώ να προβάρω τα χορευτικά μου παπούτσια και για άλλους ρυθμούς? Πώς θα ξαναβρώ τη φόρμα μου που μου έχει ξεχειλώσει από τα τόσα πολλά "αγκαλιάαααα μπαμπάαααα"? .... παιδοτοπινγκ θοτς... όπως έλεγε και μία παλιά διαφήμιση "μεγαλώσαμε.. και οι επιθυμίες μας έγιναν ανάγκες". Του μποθ οφ ας.

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

Παρα-μύθοι (τα βασικά)

25 Απριλίου 2014 


Κάποτε ήμασταν παιδιά και τα πιο τυχερά από εμάς, μεγάλωσαν με παραμύθια από τη γιαγιά, για να έχουμε όνειρα γλυκά και ασκανδάλιστα..
            Μεγαλώσαμε λίγο, ερωτευτήκαμε, και κατάπιαμε αμάσητα πολλά παραμύθια, άλλοι τα αγόρασαν κιόλας, από κάποιους που τα πουλούσαν σωρηδόν… και καταφέραμε να εξακολουθήσουμε  να κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου, με όνειρα γλυκά και ίσως λίγο πιο σκανταλιάρικα..
            Κατόπιν, γίναμε γονείς… κι εκπαιδευτήκαμε να διαβάζουμε παραμύθια στα παιδιά μας, για να αφήνουν ελεύθερη τη φαντασία τους να τρέξει και να έχουν όνειρα γλυκά και ασκανδάλιστα… Κι έτσι, να μάθουν αργότερα να κατεβάζουν αμάσητα τα παραμύθια που πωλούνται στα νυφοπάζαρα και τα ηλεκτρονικά ή μη συνοικέσια…
            Ας μπει λοιπόν ένα τέλος… Κάποτε ας πούμε στα παιδιά μας την αλήθεια… Όχι άλλο, παραμύθι! Ή μάλλον εναλλακτικά.. ας πούμε… παρα-μύθοι….
            Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη δώστης κλώτσο να γυρίσει τους παρα-μύθους να αρχινίσει….
            Παρα-μύθος 1. «Οι καλοί πάντα νικάνε στο τέλος».
Ναι, όπως στις αμερικάνικες ταινίες. Πάντα πρέπει να βγαίνει ένα ηθικό δίδαγμα από τις αμερικανάδες. Κι όπως βλέπεις τη «Συμμορία των 19» (κάπου εκεί πρέπει να είναι τώρα), μέσα στους «κακοποιούς» θα είναι κι ένας καλός, ο οποίος θα είναι και πολύ ευαίσθητος και ή που θα κλέβει για τη φουκαριάρα τη μάνα του που έχει καταρράκτη και ανεμοβλογιά στα 69 της ή που θα έχει από 2 εξώγαμα σε κάθε χώρα του πλανήτη που το όνομά της αρχίζει από Ι. Και αυτός, ο πονόψυχος «καλός» κακοποιός, στο τέλος θα κοροϊδέψει όλους τους συνεργούς του της Μεγάλης Ληστείας και θα τα πάρει όλα τα λεφτά, γιατί είναι για καλό σκοπό. Και αφού εγχειρίσει τη μάνα του και βάλει όλα τα εξώγαμα εσώκλειστα στο Ταμτιριρί Ιδιωτικό Κολλέγιο που έχει ένα όνομα που αρχίζει από C και που υπάρχει σε όλες τις χώρες που αρχίζουν από Ι, τα υπόλοιπα θα τα δωρίσει σε σεμνή τελετή με live web streaming σε ιδρύματα και συλλόγους που στηρίζουν τους φυλακισμένους σε όλες τις χώρες, ανεξάρτητα από το τι γράμμα αρχίζει το όνομά τους. Έτσι, πλαγίως, έχει βοηθήσει και τους συνεργούς του, που τους έκλεισε στη μπουζού καταδίνοντάς τους..
Ε, λοιπόν, Όχι παιδί μου. Οι καλοί δε νικάνε πάντα. Η ζωή δεν είναι δίκαιη. Και ποτέ εγώ προσωπικά δεν σου υποσχέθηκα ότι η ζωή θα είναι δίκαιη, οπότε μη μου ζητάς τα ρέστα. Άλλωστε δεν τα έχω. Μου τα έκλεψε ο κακός της αμερικάνικης ταινίας… Και για να τα λέμε όλα, η ταινία πάντα τελειώνει χωρίς η ιστορία πραγματικά να έχει τελειώσει. Ρουφιάνος δεν είμαι, αλλά πέντε πράγματα που είναι να πω, θα στα πω έξω από τα δόντια…
Μόλις τελειώσει η ταινία, οι κακοί δραπετεύουν από τη φυλακή, λαδώνοντας έναν φρουρό από τα χρήματα που δώρισε στη φυλακή τους ο καλός κακοποιός και πάνε και τον βρίσκουν στην έπαυλή του, στα εξωτικά νησιά που το όνομά τους δεν αρχίζει από γράμμα, γιατί ακόμα δεν έχουν ανακαλυφθεί τη στιγμή που γράφω αυτό το κείμενο, και τον αρχίζουν στα «γαλλικά» ανεξάρτητα από το τι γλώσσα θα μιλάνε σε αυτά τα εξωτικά νησιά που ακόμα δεν έχουν ανακαλυφτεί, στατιστικά πάντως, ισπανικά θα μιλάνε… Και αυτός θίγεται από τα γαλλικά τους, και ξεκινάει ένας τσαμπουκάς και γίνεται Ανάστα ο Κύριος, για να είμαστε κι επίκαιροι… Και έτσι οι κακοί συνεργοί καταλαμβάνουν και την έπαυλη, και τα γιωτ, και τα ελικόπτερα και τρώνε και όλο το σούσι που είχε παραγγείλει. Τηλεφωνεί που λες αυτός στη μάνα του να του ετοιμάσει μπριάμ γιατί με το σαματά και τη ληστρική επιδρομή στο σπίτι του γουργουρίζει και το στομάχι του, και μαθαίνει η μάνα του τα νέα και κλωτσάει τον καταρράκτη… τον διακοσμητικό που της πήρε δώρο για τα γενέθλιά της των 70 ετών, και σπάει τη λεκάνη της, γιατί γλίστρησε στα νερά… Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, του τηλεφωνούν και από δύο Ιδιωτικά Κολλέγια που αρχίζουν από C και είναι σε χώρες που αρχίζουν από Ι, και τον ενημερώνουν ότι τα παιδιά του το βράδυ πήδηξαν το φράχτη (με μικρό φ, δεν είναι επίθετο, για το τι έπαθε ο Φράχτης ο συμμαθητής τους, θα στα πω όταν μεγαλώσεις λίγο), και γυρνάνε σαν τους αρματωλούς στα βουνά με κάτι νεροπίστολα και τρώνε μόνο βελανίδια.
            Όχι αγόρι μου, όχι.. ο καλός δεν θα δει χαΐρι και προκοπή στη ζωή του. Βέβαια, κάποτε θα πρέπει να ορίσουμε ξανά την έννοια του να είσαι «καλός», αλλά με την «κοινή λογική», που απέχει παρασάγγας από τη δική μου, θα ήθελα να σε ενημερώσω πως ο «καλός» όλο μπελάδες έχει. Αυτήν την κουβέντα κράτα τη από μένα, βάλτην στην τσεπούλα σου, εκεί που μαζεύεις τα φιλάκια από τους ανθρώπους που σε αγαπάνε και προχώρα στη ζωή σου.
Εγώ ας πούμε θα προτιμούσα να είσαι δίκαιος, μπορεί η ζωή να μην είναι δίκαιη, αλλά ο δίκαιος άνθρωπος κοιμάται με ήσυχη τη συνείδησή του νομίζω. Και ο καλός κοιμάται με ήσυχη συνείδηση, αλλά τον ξυπνάνε οι κρίσεις πανικού, για τις οποίες θα σου μιλήσω μια άλλη φορά….
            Είναι πολλοί οι παρα-μύθοι αγόρι μου.. Επιφυλάσσομαι για τη συνέχεια…  

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

Της καληνύχτας… το φιλί της ζωής

23 Απριλίου 2014   


Από μικρός άκουγα πάντα μουσική, έπαιζα με το ραδιόφωνο να ακούγεται από την κουζίνα που μαγείρευε η μαμά μου, αργότερα διάβαζα με μουσική από το στερεοφωνικό μου συγκρότημα (καλά, όχι και πολεοδομικό συγκρότημα, ούτε καν πολυκατοικία, μία παλιά μονοκατοικία, κι έτσι όπως κρεμόταν και κάποια καλώδια, ήταν σαν είχε και αυλή η μονοκατοικία…). Ακόμα πιο αργότερα, στο στρατό είχα το ραδιοφωνάκι μου, και στα ταξίδια μου πάντα άκουγα τη μουσική του τόπου που πήγαινα.
            Αυτό που πάντα πρόσεχα ήταν οι στίχοι. Στίχοι ντυμένοι με μία όμορφη μελωδία ήταν ικανά να με κάνουν να κολλήσω για ώρες στο replay
            Όπως φαντάζεστε άκουσα και έμαθα απ’ έξω κι ανακατωτά, πολλά ερωτικά τραγούδια σε «αρκετές» ευρωπαϊκές γλώσσες (εδώ, τώρα προσπαθώ να σας πω πλαγίως, πως μιλάω ξένες γλώσσες.. στον πληθυντικό… όχι μόνο μία ή δύο..).
            Όταν έγινα πατέρας, όταν δηλαδή ξαναγεννήθηκα, έτυχε να ακούσω τα ίδια τραγούδια με τα οποία για χρόνια ερωτευόμουν, πονούσα, έκλαιγα, χαιρόμουν ή απλά φαντασιωνόμουν…. Συνειδητοποίησα λοιπόν, πως οι στίχοι αυτών των τραγουδιών εξέφραζαν ακριβώς αυτό που ένοιωθα γι’ αυτό το μικρό πλάσμα που ανέπνεε ακριβώς δίπλα από το κρεβάτι μας…
            Είτε οδηγούσα είτε ήμουν στη δουλειά είτε ήμουν σπίτι, όποτε ακουγόταν ερωτικό τραγούδι σκεφτόμουν παιχνιδιάρικα τους στίχους σα να αφορούν εμένα και τον μικρό μου, και όλα μου ταίριαζαν… ήταν από αστείο έως συγκινητικό….
            Και αργότερα ήρθε το διαζύγιο. Και η έλλειψη συντροφικότητας. Και η έλλειψη ερωτικού αντικειμένου για να αναφέρεται κάποιο από τα τραγούδια που με συντρόφευαν μια ζωή… Και ήρθε και η απογοήτευση, η απεριόριστη μοναξιά, η αίσθηση εγκατάλειψης, η απαξία, ή έλλειψη διάθεσης για ζωή και χαρά…, αλλά έπρεπε να κρατηθώ από όπου μπορούσα.. Γιατί ένα μικρό πλασματάκι, μία ψυχούλα, ένας ανθρωπάκος με κοιτούσε βαθιά μες στα μάτια να διακρίνει αν βουρκώνω, ή α χαμογελάω ή αν μου έρχεται να κουκουλωθώ στο κρεβάτι μου μαζί του και να κλειστούμε μέσα μας και μακριά από όλα όσα μας πλήγωσαν…
            Και εκεί, κουκουλωμένοι στο κρεβάτι μας, μια νύχτα που είχαμε και οι δύο 39 πυρετό, και πεινούσαμε και κρυώναμε.. και ο μικρός γκρίνιαζε φωναχτά ενώ εγώ γκρίνιαζα από μέσα μου… πήραμε τα depon μας και έπεσε λίγο ο πυρετός και αγκαλιαστήκαμε… ήθελε πάντα να τον έχω αγκαλιά όταν κοιμόταν, σε όλη εκείνη την μακρά πρώτη περίοδο αμέσως μετά το χωρισμό.. ήθελε να κοιμόμαστε μουσούδα με μουσούδα… ήταν έτοιμος να τον πάρει ο ύπνος και κολλούσε το μουτράκι του στο δικό μου, τα χείλη του στα βλέφαρά μου… και από μέσα μου, η ψυχή μου γρατζουνούσε στην κιθάρα των πατρικών ενστίκτων μου, κάποιους στίχους….
            Φωτιά θ’ανάψω κι εκεί θα κάψω
όσα παράπονα και πίκρες έχω ζήσει
δεν είχα άστρο στο μαύρο άσπρο
ώσπου η αγάπη ήρθε δίπλα να καθίσει

Πάρε με πάρε με στην αγκαλιά σου
και βάλε με βάλε με μες στην καρδιά σου
και δώσε μου δώσε μου το φιλί της ζωής

Άγγιξε άγγιξε τα όνειρά μου και
φίλα με φίλα με στα βλέφαρά μου
και δώσε μου δώσε μου το φιλί της ζωής

Ζωή χαμένη παραδομένη σε λάθος κόσμο
που μου έγινε συνήθεια
κι εκεί που όλα χαθήκαν όλα
τ’όνειρο ξύπνησε κι έγινε αλήθεια

Πάρε με πάρε με στην αγκαλιά σου
και βάλε με βάλε με μες στην καρδιά σου
και δώσε μου δώσε μου το φιλί της ζωής

Άγγιξε άγγιξε τα όνειρά μου και
φίλα με φίλα με στα βλέφαρά μου
και δώσε μου δώσε μου το φιλί της ζωής 

Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

Ξυπόλυτοι (η συνέχεια) ή Τα δικά μας παπούτσια

21 Απριλίου 2014  


Θα ήθελα να σου μιλήσω γιε μου για το ταξίδι προς τον εαυτό μας. Είναι μακρύ, πολύ μακρύ, συνήθως χωρίς μεταφορικά μέσα για να κάνουν τη διαδρομή ευκολότερη. Με τα πόδια το κάνεις αυτό το ταξίδι. Και μπορεί στην αρχή να μην έχεις περιττά βάρη και αποσκευές, αλλά στην πορεία κουβαλάς και τη βαλιτσούλα σου, και 2-3 σακούλες με δώρα από αγαπημένους ανθρώπους και καμιά σακούλα από τα jumbo με τα αγαπημένα σου παιχνίδια που δεν θέλεις να τα αποχωριστείς ποτέ, και τα αγαπημένα σου ρούχα, και τα αγαπημένα σου παπούτσια, και το αγαπημένο σου αυτοκίνητο, και το αγαπημένο σου σπίτι, και τους αγαπημένους σου ανθρώπους που δεν «πρέπει» να πληγώσεις και σιγά σιγά τα πόδια σου τρέμουν κάτω από το βάρος των «αγαπημένων» που κουβαλάς και δύσκολα πια μπορείς να μετακινηθείς προς τον τελικό προορισμό σου…, που είσαι εσύ…
Μάλλον τελικά, με πόνο ψυχής, πρέπει να φυλάξεις όλα αυτά τα αγαπημένα σε μία σπηλιά που θα φτιάξεις ειδικά για όλα όσα αγαπάς, και να τα αποχαιρετίσεις. Γιατί αυτά δεν είναι ο προορισμός σου, αυτά τα μάζεψες στην πορεία. Και είναι γιε μου, πολύ σκληρό, να περπατάς με τα πόδια ξυπόλυτος και γυμνός για να ψάξεις να σε βρεις, αλλά να είσαι σίγουρος, πως αυτή η διαδρομή είναι ίσως η μόνη που θα σου αποκαλύψει τον εσωτερικό θησαυρό σου…
Θα υπάρξουν μέρες που θα φοβηθείς, μπροστά σε δύσκολες διαδρομές μέσα από τη ζούγκλα των ανθρώπων ή τα τροπικά δάση της ψυχής σου, και ο καιρός σου παίζει άσχημα παιχνίδια.. που τη μια στιγμή έχει ηλιοφάνεια και αμέσως μετά βρέχει καταρρακτωδώς… ίσως υπάρξουν πολλοί να σου απλώσουν το χέρι, κάποιοι για να σε βοηθήσουν να περάσεις απέναντι από έναν χείμαρρο, κάποιοι άλλοι για να σε σπρώξουν στη λάσπη ή ίσως απλά για να κρατηθούν εκείνοι που επίσης κινδυνεύουν από τις παλίρροιες των καιρών.
Θα σε χλευάσουν που βγήκες γυμνός και ξυπόλυτος, θα με κατηγορήσουν κι εμένα, που «πατέρα δεν είχε και τον άφησε να κυκλοφορεί έτσι?»…. Εσύ όμως με τα μάτια και τα αυτιά αλλά κυρίως την καρδιά σου ανοιχτή, ξέρεις. Ξέρεις για πού τράβηξες. Κι είναι δύσκολο να κλείσεις τα αυτιά και τα μάτια σου, το γνωρίζω καλά, όμως η πορεία σου σε αυτό το δρόμο θα σε ντύνει με εμπειρίες, θα σου φορέσει τα παπούτσια της γνώσης που γνωρίζουν να διαλέξουν μονοπάτια ή να δημιουργούν τα δικά τους…. Και χαμογελάς, ή νοιώθεις θλίψη, αδιαφορείς ή πονάς, αλλά γνωρίζεις πως πρέπει να προσπεράσεις… Θα είσαι λίγος αν δειλιάσεις, αν διακόψεις τη διαδρομή σου για να αναμετρηθείς με «φωνές» που σε στοχοποιούν για να δικαιολογήσουν την εμμονική φοβία τους για το οποιοδήποτε βήμα της διαδρομής και να νοιώσουν ανακούφιση για την αβίωτη ζωή τους. 
Σύντομα δεν θα αισθάνεσαι γυμνός και απροστάτευτος, αλλά ντυμένος και δυνατός. Στα μάτια των άλλων ίσως εξακολουθείς να φαίνεσαι γυμνός και ταλαιπωρημένος. Αλλά γιε μου, τα μάτια των άλλων δεν έχουν δει το δικό σου μονοπάτι, δεν ξέρουν…. Μην τους κατηγορήσεις για την άγνοιά τους, αλλά ποτέ μα ποτέ μην πέσεις στην παγίδα να δικαιολογήσεις τον εαυτό σου. Εσύ ξέρεις. Το μονοπάτι σου το περπάτησες σχεδόν μέχρι τέλους…
Και κάπου εκεί, κάπου στο ξέφωτο, με έναν μαγικό τρόπο η σπηλιά που είχες κρύψει τα αγαπημένα πριν βγεις στο δρόμο, εμφανίζεται μπροστά σου. Κάποια ρούχα μπορεί να μη σου κάνουν πια, κάποια παιχνίδια να μη σε ικανοποιούν το ίδιο, το αυτοκίνητο να είναι πια εντελώς απαρχαιωμένο ή εντελώς εκτός του γούστου σου, το σπίτι μπορεί να έχει μουχλιάσει από τα χρόνια που έμεινε κλεισμένο στη σπηλιά.
Κατάλαβες λοιπόν, πως όλα αυτά δεν ήσουν απαραίτητα εσύ. Εσύ, το μόνο που θα ήθελες να κρατήσεις είναι τα αγαπημένα χέρια, όσα από αυτά παρέμειναν αγαπημένα, όσα από αυτά σε περίμεναν υπομονετικά να φτάσεις στο τέλος της προσωπικής σου διαδρομής και ειδικά όσα από αυτά δεν έκλεισαν ποτέ την αγκαλιά τους, ούτε όταν ήσουν στην αρχή του ταξιδιού, φοβισμένος αλλά αποφασισμένος, ούτε τώρα στο τέλος της, που έχεις αλλάξει τόσο πολύ ώστε τελικά μοιάζεις στον πραγματικό σου εαυτό..
Και θα συνειδητοποιήσεις πως έπρεπε τελικά να αλλάξεις πολύ για να γίνεις αυτός που πραγματικά είσαι. Και δεν θα πείσεις ποτέ πια τον εαυτό σου ότι είσαι κάτι άλλο. Και δεν θα προσπαθήσεις, γιατί απλά δεν σε νοιάζει, να πείσεις κανέναν ότι είσαι κάτι άλλο, κάτι πιο «αποδεκτό» από τα κλειστά κουτάκια τους.
Θα ήθελα να σου μιλήσω γιε μου για αυτή τη διαδρομή, αλλά δεν μπορώ ακόμα να βρω τον τρόπο… ίσως επειδή εγώ ακόμα δεν έχω φτάσει στο τέλος της, αλλά σίγουρα, μαζί σου, ξεκίνησα γυμνός και ξυπόλυτος την πιο όμορφη περιπέτεια της ζωής μου. Και σε ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό. Είναι το μεγαλύτερο δώρο που θα μπορούσες να μου κάνεις.


Σάββατο 19 Απριλίου 2014

Ολονυχτία κρίσης πανικού

19 Απριλίου 2014  - Μεγ. Σάββατο


Ο μπαμπάς δεν κοιμήθηκε καθόλου όλη νύχτα... ολονύχτια κρίση πανικού με απίστευτο πόνο στο στήθος, ένα αόρατο πόδι μου πατούσε την καρδιά με μια αρβύλα με καρφιά όλη νύχτα.... ο μικρός δίπλα μου κοιμόταν σαν αγγελούδι... Ήμουν στο όριο να πιστέψω πραγματικά πως έχω πάθει έμφραγμα, αφού δεν μπορούσα ούτε να κουνηθώ στο ελάχιστο ούτε να αναπνεύσω κανονικά. Ευτυχώς γνωρίζω πια και ήμουν πολύ ψύχραιμος αν και μέσα μου έτρεμα... Αν πάθω κάτι και ο μικρός είναι δίπλα μου Πασχαλιάτικα? Μετά από 6ωρη ταλαιπωρία, αποφάσισα να σηκωθώ στις 6μιση να πάρω το ομοιοπαθητικό μου μίγμα για την κρίση πανικού και να επιστρέψω στο κρεβάτι μπας και προλάβω να κοιμηθώ λίγο... Μόλις επέστρεψα στο δωμάτιο, ο μικρός είχε ξυπνήσει και με έψαχνε και φώναζε "είναι μέρα, είναι μέρα, πάμε στο σαλόνι, θέλω να παίξουμε" και γκρίνιαζε γιατί με έβλεπε πως νύσταζα... Είναι 7 και 45 το πρωί Μεγάλου Σαββάτου, έχω ήδη πιει το πρώτο κακάο, ο μικρός δίπλα βλέπει Dora & Diego και ελπίζω να τον ξαναπάρει ο ύπνος... Καλή Ανάσταση να έχουμε!

Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

Φώτα πορείας

18 Απριλίου 2014 


 Θέλεις να φύγεις. Πάλι. Αλλά δεν ξέρεις από πού. Πρέπει να νοιώθεις πως ανήκεις κάπου για να μπορείς να φύγεις από αυτό. Δεν ανήκεις όμως. Δεν το νοιώθεις βαθιά μέσα σου πως ανήκεις. Δεν βρίσκεις τόπο να ανήκεις. Ούτε άνθρωπο. Ούτε χρόνο. Ούτε σε εσένα όμως ανήκεις. Σε αυτές τις προσωπικές στιγμές αναζήτησης, έρχεται το κράτος και η εκκλησία με τα έγγραφά τους (οικογενειακή μερίδα, γάμος, διαζύγιο, ληξιαρχείο, βάφτιση κτλ) να σου δηλώσουν γραπτά «ώπα φιλαράκι, εδώ το λέει ξεκάθαρα, ανήκεις στον τάδε Δήμο, στο τάδε μητρώο αρένων, είσαι του… και της… το γένος… και έχεις υπηκοότητα ελληνική και θρήσκευμα τάδε..». Ανήκεις επίσης στον ΟΤΕ και τη ΔΕΗ και τα κοινόχρηστα που ξεκάθαρα έρχονται στο όνομά σου, σε συνδυασμό με μία συγκεκριμένη διεύθυνση, που μάλλον αυτόματα πρέπει να θεωρείς σπίτι σου…
Και πόσα πραγματικά σου ανήκουν? Το σπίτι σου? Αν δεν είσαι νοικάρης – οπότε δεν σου ανήκει - τότε είσαι ιδιοκτήτης, οπότε πληρώνεις χαράτσι στο κράτος, άρα είσαι ιδιοκτήτης «υπό όρους». Αλλά και χωρίς χαράτσι, δεν νομίζω πως σου ανήκει τίποτα από όλα όσα θα εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμα κι όταν εσύ δεν θα είσαι πια εδώ… Κινητά, αυτοκίνητα κι ακίνητα βρίσκονται απλά υπό το καθεστώς προσωρινής επιμέλειάς σου. Θα σου προσφέρουν ένα περιτύλιγμα για να κουκουλωθείς ακόμα πιο βαθιά μέσα σου.
Σήμερα λοιπόν φίλε μου, κοιτάξου στον καθρέφτη και δες τι πραγματικά σου ανήκει…
Τα μάτια σου έχουν μία περίεργη λάμψη, ίσως την ίδια ακριβώς, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, σχεδόν από την ημέρα που γεννήθηκες… Δίπλα τους όμως σχηματίζονται πια αυλακώσεις του χρόνου, του πόνου, του γέλιου, του κλάματος που σε συνόδευσαν σε μια πορεία ζωής που επίσης σου ανήκει…
Τα γένια σου, αν και ξανθός, ήταν πάντα σκούρα καστανά… Σχεδόν ξαφνικά, εδώ και κανα ζευγάρι χρόνια, κάποιος αόρατος ζωγράφος πήρε το λεπτό πινελάκι του blanco και άρχισε να τα αποχρωματίζει… επιλεκτικά.. και ενώ πριν από λίγα χρόνια μετρούσες τις άσπρες τρίχες με περιέργεια, τώρα ξαφνικά το μούσι αρχίζει να embrace diversity και κάθε μαύρη τρίχα έχει πάρει αγκαλιά και μία λευκή τρίχα, και είναι έτοιμες για την επόμενη φωτογράφηση της United colors of Benetton. Ε, λοιπόν και αυτός ο ζωγράφος με το πινελάκι του σου ανήκουν. Εσύ τον γέννησες και τον ανάθρεψες, εσύ του έδωσες και το πινελάκι… αυτός απλά σημειώνει με ένα tick πάνω στο πρόσωπό σου πως «πάει κι αυτή η μέρα, ο μήνας…».
Το σώμα σου αλλάζει. Όχι δεν ψηλώνει πια. Παχαίνει, αδυνατίζει… Το στομάχι σου στρογγυλεύει και ξανα-ισιώνει. Γιατί υπάρχουν περίοδοι που μαζεύει πολλά «που δεν μπορεί να καταπιεί». Άλλοτε πάλι, τα χωνεύει. Και πάλι απ’ την αρχή..
Τα πόδια σου αρχίζουν να κουράζονται. Έχουν περπατήσει πια πολλά χιλιόμετρα. Σε έχουν κουβαλήσει ολόκληρο σε μήκη και πλάτη της γης και των προσωπικών σου διαδρομών.
Τα χέρια σου. Έπαιξαν με πλαστελίνες, δημιούργησαν κατασκευές, έμαθαν να γράφουν εξετάσεις, να γυμνάζονται, να σε χτενίζουν, να σε ντύνουν, κι ακόμα στέκονται εκεί, στο προσκεφάλι σου,, έτοιμα να γράψουν για σένα όλα όσα το στόμα δεν σου πρόσφερε ποτέ τη δυνατότητα να εκφράσει… Και τα βλέπεις πολλές φορές πώς πετάγονται οι φλέβες τους… από την ένταση των όσων ζουν…
Το παιδί σου. Αυτό δε σου ανήκει. Ανήκει στον κόσμο μας, αλλά κυρίως στον δικό του κόσμο. Όμως το χαμόγελο που σου ρίχνει όταν κοιτάζεστε, ναι φίλε μου, αυτό σου ανήκει. Όπως και τα «σ’αγαπώ» που προφέρει το στόμα του, αυτά σου ανήκουν. Όπως και οι γκρίνιες του, και τα κλάματα και τα πολλά «γιατί», κι αυτά σου ανήκουν… Για όλα αυτά βγήκες στο δρόμο. Για όλα αυτά έφυγες. Για όλα αυτά ταξίδεψες το ταξίδι το έξω από σένα που σε οδήγησε πίσω στο κέντρο σου.
Και ολόκληρος εσύ, τα μάτια, τα χέρια, τα γένια, τα πόδια και κυρίως η καρδιά χτυπάνε στον παλμό ενός μικρού ανθρώπου, που ανέλαβε πια να κινεί τους δείκτες του ρολογιού της ζωής σου για σένα, γιατί μετρώντας τα δικά του χρόνια προσθέτεις ποιότητα ζωής στα δικά σου, που πια δεν έχει νόημα να μετριούνται.
Σύντομα όμως, θα πρέπει να φύγεις πάλι. Γιατί δεν ανήκεις στον γιο σου. Ούτε σου ανήκει. Είσαι η μεγάλη αγκαλιά του σύμπαντος γι’ αυτόν, και αυτός είναι για σένα η επιστροφή στη μάνα γη. Πρέπει να φύγεις για να του δώσεις το περιθώριο να …φύγει. Γιατί δεν θέλεις να ανήκει. Τα ποδαράκια, τα χεράκια και τα ματάκια έχουν να γράψουν πολλά χιλιόμετρα ακόμα. Στα πρώτα λίγα χιλιόμετρα, μπορείς να λειτουργήσεις ως φανάρι, δείχνοντας το πράσινο και το κόκκινο ή το πορτοκαλί, αργότερα ως οδική σήμανση, δείχνοντας τις επικίνδυνες στροφές, το ανώτατο όριο ταχύτητας, τα αδιέξοδα, και τα stop για έναν καλό έλεγχο της κατάστασης… όμως οι δρόμοι είναι ανοιχτοί μπροστά του. Εσύ, συνοδηγός στην αρχή, στο πίσω κάθισμα αργότερα και με άλλο μεταφορικό μέσο ακόμα πιο αργότερα..
Με τα ίδια σου τα πόδια να χαράξεις κι άλλο μονοπάτι. Και να τον μπερδέψεις. Να τον στείλεις από άλλο μονοπάτι. Δίχως χνάρια. Με ένα σακίδιο επιβίωσης στην πλάτη γεμάτο από την αγάπη σου.
Και φεύγεις…

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Δώρο Πάσχα

16 Απριλίου 2014


Μεγάλη Τετάρτη σήμερα και μας καταβλήθηκε το Δώρο Πάσχα. Μόνο στους ιδιωτικούς υπαλλήλους για φέτος. Του χρόνου δεν ξέρουμε… Σε λίγα χρόνια, και όταν ο γιος μου θα μπορεί πλέον να διαβάζει αυτές τις γραμμές, το Δώρο Πάσχα μπορεί να είναι κάτι σαν «τις κατοχικές αποζημιώσεις» που μας χρωστάνε οι Γερμανοί. Ναι, κάτι έχουμε ακούσει, ίσως κάτι έγινε παλιά, αλλά μας αρέσει να το αναμασάμε για να δίνουμε ελπίδα στον εαυτό μας και μια ικανοποιητική δικαιολογία για να είμαστε γεμάτοι θυμό. Για τη Γερμανία, μέσα μας. Για όλους τους γνωστούς και φίλους έξω μας. Και ειδικά γι’ αυτούς που εξακολουθούν να παίρνουν Δώρο Πάσχα.
Εφόσον λοιπόν ένα μαγικό ΑΤΜ προνόησε για μένα και έδωσε στην κάρτα μου το περιθώριο να τραβήξει περισσότερα χρήματα από όσα τον προηγούμενο μήνα, είναι σαφές πως υπάρχει ένα πρωτογενές πλεόνασμα που πρέπει να κάπως να το χρησιμοποιήσω για αναδιανομή του «πλούτου» στις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες», δηλαδή, επιτέλους, για πρώτη φορά τα τελευταία 5 χρόνια, ήρθε η ώρα να μου πάρω ένα Δώρο. Πάσχα.
Και ξεχύθηκα στην αγορά το απόγευμα για να πάρω ένα σετ ωραιότατο homewear, γιατί εξωwear δεν υπάρχει και λόγος, να τα λέμε όλα… Επίσης, θα ήθελα ένα ζευγάρι πουκάμισα, να ανανεωθεί λίγο η ανοιξιάτικη γκαρνταρόμπα ενόψει αλλαγής εποχής, ίσως και παπούτσια, που το έχω κι ένα κόλλημα, κι άμα βγω στα μαγαζιά και δεν πάρω παπούτσια, έρχεται ο Αρχάγγελος Γαβριήλ στον ύπνο μου, με έναν κρίνο και μου ανακοινώνει το νέο πως σε λίγες μέρες, αν δεν πάρω παπούτσια, θα γεννήσω!
Με φορά λοιπόν, από το ΑΤΜ με τα πόδια στα αυτιά «πετάχτηκα για μια χαλαρή βόλτα» σε ένα πολυκατάστημα, που είχε την φαεινή έμπνευση να ονομαστεί COSMOS από το «ΚΟΣΜΟΣ» που συρρέει εκεί μέσα για να ροκανίσει το Δώρο Πάσχα (όσοι πήρανε) ή το Δώρο Μαμάς – Πεθεράς – Κουμπάρας ενόψει εορτών.
Πέρασα σούπερ! Αντιλήφθηκα σε χρόνο dt πως τα τελευταία 5 χρόνια που έχω να μου αφιερώσω χρόνο για να μου αγοράσω κάτι, μάλλον μεγάλωσα κατά μία 5ετία.. Και ξαφνικά… τα ZARA δεν έχουν εντελώς μα εντελώς τίποτα που να μου αρέσει, ούτε τα H&M, ούτε το Bitsiani, ούτε το Celio, ούτε το Marks&Spencer. Έβαλα το χέρι στην τσέπη, ψάχτηκα λίγο, βούρκωσα και μπήκα στα Replay, στο Nak, στα Camper και στο Haralas. Βγήκα από τα μαγαζιά. Έβγαλα το χέρι απ’ την τσέπη ανακουφισμένος. Γεμάτο. Δεν είδα τίποτα που να με βοηθούσε να γουρλώσω τα μάτια και να βγάλω αναστεναγμό ανακούφισης. Ίσως το πήγα βιαστικά. Ίσως το πήγα με ενοχές. Ξαναέκανα το γύρο του Cosmos. Αστροναυτικά. Αφ’ υψηλού… Τον ξαναέκανα. Στρατιωτικά. Παρέλαση, εν-δυο, εν-δυο, ημι-ανάπαυση, προσοχή! Σε κάθε βιτρίνα που πάντα κοντοστεκόμουν… στεκόμουν προσοχή. Αλλά τζίφος…
Πέρασε η ώρα και συνειδητοποίησα ότι βαρέθηκα! Κοίταξα λιγάκι βαθιά μέσα μου. Για άλλα είμαι εγώ… Μπήκα στο Sephora… Προσφορές από 15% ως 35% σε αρώματα. Δοκίμασα 6 νέα αρώματα. Αρώματα που δεν τα έχω αγοράσει ποτέ στο παρελθόν. Η όσφρησή μου είχε πάθει λίγο αυτή την κρίση ταυτότητας που από το 3ο άρωμα και μετά, νόμιζα ότι όλα μου έδιναν την ίδια αίσθηση, αυτήν την ανάμικτη αίσθηση του Azax μπερδεμένο με λίγη χλωρίνη και Teza. Καθαριότητα μεν, ψόφος δε. Πήρα. Το μεγάλο το μπουκάλι, γιατί με 35% συμφέρει πολύ. Σα να παίρνεις το μικρό στην κανονική τιμή. Δεν είμαι σίγουρος ότι μου αρέσει πολύ, αλλά όταν βγήκα από το Sephora, νομίζω με ακολουθούσαν γάτες και τσιμπούρια. Και να φανταστείς ότι αυτά τα φφφσσστττ που μου έκανε η πωλήτρια, αθροιστικά μπορεί και να κόστιζαν κανα 10ευρω. Μες στο νερό. Νομίζω θα κάνω μυρωδάτη Ανάσταση, είτε κάνω μπάνιο είτε δεν κάνω μέχρι τότε!
Απέναντι ακριβώς είδα το ναό μου. Το σημείο που πρέπει να προσκυνήσω κάθε φορά που πηγαίνω στο Cosmos. Το βιβλιοπωλείο. Έφυγα με 3 βιβλία. Επέστρεψα στα ZARA και στα H&M. Κρίμα τα μαγαζιά, τα λυπήθηκα.. Αν δεν πάρω εγώ κάτι, είναι ικανά να επιδώσουν ψήφισμα διαμαρτυρίας στην ισπανική και τη γερμανική πρεσβεία αντίστοιχα. Και πήρα. Το μέγεθος 4. Αφού, ο μικρός σε ένα μήνα κλείνει τα 3. Να είναι λίγο μεγαλύτερα, να του κάνουν μέχρι τον Σεπτέμβριο. Και έναν ιππότη πήρα. Με το άλογό του. Εξαιρετική δουλειά για παιχνίδι. Σκέφτομαι να μην το δώσω στον μικρό, γιατί το παιδί που κρύβεται μέσα μου, με έχει πιάσει από το λαιμό…
Αυτό το Δώρο Πάσχα λοιπόν, μου υπενθύμισε πως πρέπει οι εποχές από εδώ και πέρα να μου μυρίζουν κάτι εντελώς καινούριο, κάτι καθόλου δοκιμασμένο στο παρελθόν, ήρθε η ώρα να ξανα-αφεθώ να πειραματιστώ. Ο αέρας μπορεί να εξακολουθεί να φέρνει αρώματα ανάμνησης, αλλά ένας νέος αέρας πνέει πια που θα δημιουργήσει μελλοντικές αναμνήσεις σε αποχρώσεις πιο «πικάντικες». Η γήινη αύρα μου των τελευταίων ετών, δίνει τη θέση της σε μία νέα, πικάντικη και δροσερή αύρα, όπως ταιριάζει στην ηλικία μου και στον ιππότη του γιου μου, ο οποίος ιππότης επιμένει να αναλάβω την επιμέλειά του και να ιππεύσουμε μαζί στο μέλλον, σε ένα κάστρο που θα χτίσουμε για εμάς και θα ετοιμαστούμε να υποδεχτούμε την Δεσποσύνη που θα κατατροπώσει το φρούριό μας…
Τελικά, μήπως να μας το είχαν κόψει το Δώρο Πάσχα? Φαίνεται πως δημιουργεί side effects παραισθήσεων… Όπως μια μπαλάντα. Των αισθήσεων.   

Του παιδιού μου το παιδί

15 Απριλίου 2014


Έχω μπλέξει άσχημα. Αλλά ας συστηθούμε πρώτα. Είμαι το παιδί που κρύβεται μέσα σε έναν μπαμπά, αλλά αυτός δε λέγεται μπαμπάς επειδή εγώ – που είμαι παιδί - κρύβομαι μέσα του, αλλά επειδή έχει κι άλλο παιδί. Έξω του. Κι έξω μου. Υποψιάζομαι δε, πως κι εκείνο το παιδί έχει κι ένα άλλο παιδί που κρύβεται μέσα του. Inception δηλαδή. Είμαστε όλοι μπάμπουσκες. Με αυτή τη λογική θέτει σοβαρή υποψηφιότητα το ενδεχόμενο να κρύβεται και μέσα σε μένα ακόμα ένα παιδί. Γι’ αυτό πάσχει η Ελλάδα από υπογεννητικότητα, γιατί τα περισσότερα παιδιά κρύβονται κάπου μέσα…

Λέγαμε λοιπόν για μένα. Που έχω χωθεί κάπου πίσω από τα πνευμόνια του μπαμπά, για να παίρνω αέρα… Οξυγόνο με ποτίζει, διοξείδιο του επιστρέφω. Αλλά έτσι είναι η φύση μας εμάς των παιδιών. Δεν είναι απλά «ζωοδόχος» όπως το οξυγόνο, αλλά αναβράζουσα, με ανθρακικό… Όπως τα depon maximum που εκτοξεύτηκαν οι πωλήσεις τους στο γειτονικό μας φαρμακείο μόλις πάτησε το πόδι του στο σπίτι μας αυτός. Αυτός ο μικρός. Ο υιός. Ο κανακάρης. Και δεν αδειάσαμε από πονοκεφάλους χαράς, πίεσης, άγχους, αϋπνίας και alertοσύνης. Και ο δικός μου ο αφεντικός, ο μπαμπάς ντε, ήπιε το νερό της λησμονιάς και με άφησε να κείτομαι ατάιστο και απότιστο και άπλυτο στο υπόγειο της αριστερής κοιλίας της καρδιάς. Από εκεί με όρκισε μόνο να μην ξεχνάω να χτυπάω το κουδουνάκι κάθε λίγο και λιγάκι για να δίνω σταθερό καρδιακό ρυθμό μην τυχόν και ξεχαστεί με το μυαλό του στην δαιδαλώδη ερμηνεία της συμπεριφοράς του άλλου. Του…. αυτού. Αυτού του μικρού ντε. Του υιού. Έστω μέχρι να μεγαλώσει λίγο. Να γίνει «ψηλός». Όχι «μακρύς».

Θυμάμαι τα χρόνια που με είχε μοναχογιό, μοναχοπαίδι. Πολύ σπάνια με έβγαζε έξω στην επιφάνεια να γνωρίσω κανέναν φίλο του, να περιδιαβώ στα ίδια μονοπάτια που αυτός ιχνηλατούσε… αλλά όταν το έκανε, όταν έπαιρνε απόφαση πως έπρεπε να με αφήσει κι εμένα, το παιδί που κρύβει μέσα του, να σεργιανίσει λίγο παραέξω από τα σκοτεινά κι ανήλιαγα καταγώγια της ψυχής του, τότε θυμάμαι πως έπαιρνα φόρα κι έτρεχα όπως ένα σκυλάκι που μόλις του έλυσαν το λουράκι, και δραπέτευα από το στόμα του, από τα χέρια του που έκαναν δραστήριες χειρονομίες ή από τα πόδια του που χόρευαν σε ρυθμούς «έξω καρδιά», από το γέλιο του και από το κλάμα του κι αγκάλιαζα σφιχτά όσους ανθρώπους έβλεπα μπροστά μου. Αυτοί ήταν σίγουρα οι εκλεκτοί. Σε αυτούς είχε προσφέρει το φοβερό προνόμιο να με γνωρίσουν από κοντά. Κάποτε μου είχε πει «παιδί μου, ψυχή μου, το καλύτερο του κάθε ανθρώπου κρύβεται μέσα του, στην πιο μύχια και τρελή σκέψη του, εκεί που η καρδιά είναι ελεύθερη να φτερουγίσει στο ρυθμό που όρισε το σύμπαν για εκείνον.. Εκεί ακριβώς σε έχω τοποθετήσει φύλακα άγγελο». Ήξερα καλά λοιπόν, πως όταν αποφάσιζε να αφήσει τον φύλακα άγγελο να «δραπετεύσει» ήταν επειδή αισθανόταν απόλυτα ασφαλής στο χώρο, στο χρόνο, στο ανθρώπινο περιρρέον περιβάλλον.

Είχαμε και άσχημες στιγμές. Με άφηνε κλειδωμένο βαθιά στην ψύχη του για μέρες, μήνες ή χρόνια…

Μέχρι που ήρθε αυτός.. αυτός ντε. Ο υιός. Και μεγάλωσε λίγο και στάθηκε στα πόδια του. Και είναι ξεκάθαρο πια πως ο μπαμπάς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την διαχείριση της κατάστασης μόνος του. Μου έλυσε λοιπόν τα λουριά, μου έβγαλε το φίμωτρο, ξεκλείδωσε και το κλουβί και με άφησε ελεύθερο να πάρω τα ηνία του σώματος και της ψυχής του και να τα οδηγήσω εγώ σε αυτό το καθημερινό αλισβερίσι με … αυτόν. Αυτόν ντε. Τον υιό.

Και αν εξαιρέσω τις εργάσιμες ώρες της ημέρας, που με κρατάει κρυμμένο, όλες τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας, με έχει ξεθεώσει.. Έχω απλώσει όλη την καλλιτεχνική μου - και όχι μόνο – παλέτα σε συνδυασμούς χορού, υποκριτικής, παιχνιδιού, γέλιου, συν-τηλεθέασης, συν-ακρόασης, και συν-διαλλαγής για κάθε ανταμοιβή μιας μικρής επιτυχίας όπως και για κάθε τιμωρία μιας κίνησης εκτός κανόνων.

Και ξέρετε τι έχω καταλάβει? Σχεδόν σε κάθε δραστηριότητα, αυτός.. αυτός ντε.. Ο υιός.. με ξεπερνά. Αυτός δεν ελέγχει το παιδί που κρύβει μέσα του. Έχουν σχεδόν ταυτιστεί. Και δεν είναι δίκαιο να με βάζει να αντιμετωπίσω δύο παιδιά μαζί. Γι’ αυτό σας λέω.. Μπορείτε να βγάλετε κι εσείς τα παιδιά που κρύβετε μέσα σας ώστε να μεγαλώσει η παρέα για να χειριστούμε καλύτερα την κατάσταση? Οι μπαμπάδες απλά χαλαρώστε κι απολαύστε το, θα αναλάβουμε εμείς! Αλλά κάντε μου τη χάρη… Έχω μπλέξει άσχημα..



Κυριακή 13 Απριλίου 2014

Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα…

30 Μαρτίου 2014


 Ο γάμος μου είχε γίνει καλοκαίρι… Αμέσως μετά από τον γάμο μετρούσα με ανυπομονησία τις πρώτες «επικίνδυνες μέρες» που θα έπεφταν στο δρόμο μας… Ναι, τις μετρούσα, δεν είναι σχήμα λόγου. Εγώ κρατούσα το ημερολόγιο της συζύγου. Και την «εντόπισα» την πιο επικίνδυνη από όλες τις επικίνδυνες μέρες… Ήταν 8 Σεπτεμβρίου του 2010. Και το ρίξαμε έξω. Το διασκεδάσαμε νυχθημερόν. Έτσι, έστειλα το δικό μου ανώνυμο γράμμα στον Θεό, τη δική μου αίτηση στο σύμπαν για να προσληφθώ ως μπαμπάς! Στο υστερόγραφο της αίτησης είχα σημειώσει με bold italics ότι θα ήθελα να προσμετρηθεί στα θετικά μου το γεγονός ότι πάντα, από μικρός, θεωρούσα τον εαυτό μου «μπαμπά». Φίλων; Γνωστών; Αδικημένων; Δεν το είχα προσδιορίσει ακόμα…
Ήμουν όμως θρασύς (κι ευτυχώς το σύμπαν δεν με ξεσυνερίστηκε!). Με έναν μαγικό τρόπο προσδιορισμού του φύλου του παιδιού σύμφωνα με τις φάσεις της Σελήνης (θα σας μιλήσω κάποτε και γι’ αυτό αργότερα, μην είστε βιαστικοί, ακόμα δεν γνωριστήκαμε καλά καλά!), «γνώριζα» λοιπόν πως ο απόγονός μου θα είναι γένους αρσενικού και φυσικά υπολόγισα τις μέρες ώστε, αν όλα πάνε καλά, θα έχω γενέθλια πολύ κοντά με τον γιο μου, αν όχι την ίδια μέρα…
Κάποιες μέρες μετά τη σύλληψη, και πριν ακόμα τα τεστ ή οι εξετάσεις χοριακής γονιδοτρ… γονιδιακοτρ… χοριακής τελοσπάντων, δείξουν εγκυμοσύνη, είδα και το όνειρο. Ένα πολύ περίεργο, μυστικιστικό, μεταφυσικό σχεδόν όνειρο, που μου δήλωνε ξεκάθαρα μέσα μου πως θα γίνω μπαμπάς και θα έχω αγόρι… Ακολούθησαν τα τεστ. Το πρώτο αρνητικό, το δεύτερο άκυρο, εγώ όμως ήξερα… Το τρίτο τεστ θετικό! Χοριακή και αργότερα επίσκεψη σε γυναικολόγο την 6η εβδομάδα κύησης. Η πρώην γυναίκα μου, μόλις μπήκαμε στο γραφείο του γιατρού (ο άνθρωπος μας έβλεπε πρώτη φορά, δεν μας ήξερε καθόλου, ναι?) του λέει «καλημέρα γιατρέ, ήρθαμε γιατί είμαι έγκυος 6 εβδομάδων και έχω αγόρι»!
Και ήταν μάλλον κι ο Ερμής ορθόδρομος, και η Σελήνη στα καλά της, κι εμείς ευτυχισμένοι και τα ετοιμάσαμε όλα πριν την ώρα τους… Ένα γαλάζιο παιδικό δωμάτιο, με γαλάζιους τοίχους, με γαλάζια έπιπλα, με αεροπλανάκια στους τοίχους ΚΑΙ με το όνομα αποφασισμένο μετά από επιλογή ανάμεσα σε 10 επικρατέστερα ονόματα που είχαμε καταγράψει στις λίστες μας περίμεναν… τον υπέρηχο για να μας ανακοινώσει αν όντως περιμένουμε αγόρι… Πριν πάμε για εκείνο τον υπέρηχο, κοιτάξαμε το δωμάτιο του παιδιού (4ος μήνας εγκυμοσύνης) και σκεφτήκαμε ότι ποτέ κανείς δεν μας είπε μέχρι τότε πως θα κάνουμε αγόρι (εξαιρώντας τις απόλυτα επιστημονικά τεκμηριωμένες απόψεις μου για τη θέση της Σελήνης και το όνειρο) και είπαμε… «εντάξει μωρέ… το πολύ πολύ το δωμάτιο με ναύτες και πιλότους θα το περιγράφουμε ως.. Η Αλίκη στο ναυτικό».
Και τον είδαμε και τον υπέρ-ηχο. Υπέρ-οχος.
Και το σύμπαν ξεγλίστρησε μόνο μια μέρα. Δεν έχουμε μαζί γενέθλια. Γεννήθηκε την προηγούμενη μέρα το απόγευμα. Και στα γενέθλιά μου, πρωί πρωί στην κλινική μου έφεραν το πλασματάκι μου σε συσκευασία δώρου τυλιγμένο στις κουβερτούλες του.
Μπορεί να με πείτε παράλογο, ανισόρροπο, σουρεαλιστή και πολλά άλλα που τελειώνουν σε –ιστή… Αλλά.. κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα.

Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

Έχει πολύ ακόμα Παπαστρούμφ?

10 Απριλίου 2014


 Αγόρι μου, ο Ήλιος χασμουρήθηκε, άνοιξε διάπλατα το στόμα του και γύρω μας είναι νύχτα.. Ένα δοντάκι μόνο του Ήλιου λαμπυρίζει στο σκοτεινό στόμα του, αυτό που ο κόσμος ονόμασε φεγγαράκι, και είναι αυτό το δοντάκι που του έμεινε από τα παιδικά του χρόνια, είναι νεογυλό. Με αυτόν τον τρόπο φωνάζει όλα τα παιδάκια να πάνε στο κρεβάτι τους. Πάμε να αγκαλιαστούμε στην κουβερτούλα μας και να διαλέξεις αν θέλεις να σου τραγουδήσω το «ελαφάκι» ή να σου πω ένα παραμυθάκι…
«Παραμυθάκι θέλω μπαμπά»... Και αρχίζεις να σκέφτεσαι ποιο παραμυθάκι να επινοήσεις, γιατί τα γνωστά, τα χιλιοειπωμένα, ούτε εκείνου του αρέσουν ούτε ο μπαμπάς τα πολυξέρει…
Τελικά το παιδί μου είναι ξεκάθαρο. Θέλει να του πω το παραμύθι με τα στρουμφάκια!
Επινοείς λοιπόν μία ιστορία με στρουμφάκια, με τον Παπαστρούμφ να είναι ο μπαμπάς από όλα τα στρουμφάκια και να τα προστατεύει, με τη Στρουμφίτα να τα φροντίζει όταν αρρωστήσουν και να είναι ένα μόνιμο shoulder to cry on για όλη την στρουμφοπαρέα, και όλα τα μικρά μπλε φιλαράκια, να εργάζονται μανιωδώς για το καλό του χωριού, να στηρίζουν το ένα το άλλο, κι έτσι η ζωή τους να είναι μόνο χαρούμενη, με τραγουδάκια, χορούς και γιορτές… Ο Δρακουμέλ, οι αντιξοότητες των καιρών, και η γάτα του η Ψιψινέλ, ο ενοχλητικός τύπος που χώνει τη μύτη του παντού, υπάρχουν και στις ζωές τους όπως και στις ζωές όλων των ανθρώπων, αλλά αυτά είναι τόσο έξυπνα και ικανά που καταφέρνουν να ξεπερνούν τους Δρακουμέληδες και τις Ψιψινέλλες που κλείνουν το δρόμο τους… Το χωριό τους, ο προσωπικός χώρος τους, είναι καλά θωρακισμένος με τόση πολλή αγάπη, ώστε πολύ δύσκολα θα πέσει στα χέρια των ξένων.. που είναι μαχαίρια.. Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα…
«Μπαμπά, τι σου άρεσε περισσότερο από αυτό το παραμύθι? Εμένα μου άρεσε ο Παπαστρούμφ!! Εσένα? Η Στρουμφίτα, ε?»
Ποια η θέση μου ως μπαμπάς? Τι ιστορία να του πω και από πού να αρχίσω για τη δικιά μου τη Στρουμφίτα.. Για τον δικό μου shoulder to cry on. Για τον δικό μου αγνό έρωτα. Για το δικό μου παραμύθι. Για τότε που ήμουν ένα ανυπεράσπιστο στρουμφάκι στη μέση του άγνωστου πουθενά της ζωής μου, με πλήθος Δρακουμέληδων και Ψιψινέλλων, υπαρκτών και διανοητικών. Κι εκεί που νόμιζα πως είμαι ο Σπιρτούλης ή τουλάχιστον ο Ξεφτέρης, μετατράπηκα και λίγο σε Μελένιο, με καθρέφτες, με ομορφιές, με χαρά, με έρωτα, και λίγο σε Λιχούδη, γιατί ξέρουμε τίνος υποκατάστατο είναι η σοκολάτα και η απόσταση ευνοεί την αντικατάσταση του υποκατάστατου… Και μου ξύπνησαν παραμυθένιες μνήμες μιας υπο-κατάστασης που κατάφερε να γίνει κατάσταση και είχε κι άλλα όνειρα, να καταφέρει να γίνει σουπερ-κατάσταση, αλλά ο Δρακουμέλ οργάνωνε σχέδια πίσω από την πλάτη μας, και έστελνε πολλές Ψιψινέλλες να κόβουν με ψαλίδια τα ενδεχόμενα σταυροδρόμια μας…
Ο μπαμπάς γλυκαίνει το πρόσωπο, χαμηλώνει το βλέμμα, τα μάτια βαραίνουν, η καρδιά χτυπάει τη μια δυνατά, την άλλη ξεψυχώντας, τα λόγια του μικρού επαναλαμβάνονται σαν replay ερωτικής ταινίας «εσένα μπαμπά τι σου άρεσε περισσότερο? Η Στρουμφίτα ε?» και τα μάτια σφαλίζουν, το όνειρο πλημμυρίζει το χώρο κι εκεί που ο νους αρχίζει να μπαίνει στη βάρκα για το μεγάλο ταξίδι το ανεκπλήρωτο, τότε που για πρώτη φορά της είπα «είσαι η Στρουμφίτα μου» κι εκείνη μου το ζωγράφισε σε ένα ημερολόγιο κι έμεινε για πάντα με τέμπερα μέσα μου… κάπου εκεί.. ακούγεται ο ψίθυρος του μικρού… «και ζήσαν αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα…»  

Δευτέρα 7 Απριλίου 2014

Μικρά, αλλά με νόημα.. Όχι όλα δικά μας, αλλά για εμάς!

7 Απριλίου 2014

1) Θα υποχωρήσουν τα νερά και ο βυθός μας θα γίνει νησί
2) Ίσως ποτέ γιε μου να μην μπορέσεις να καταλάβεις ποια Μοίρα είναι πιο σκληρή.. Εκείνη που σε διώχνει από τον Παράδεισο ή εκείνη που κάποτε σε έβαλε μέσα? Είναι η απορία ζωής μου. Δεν έχω να σου δώσω απάντηση. Μη με ρωτήσεις ποτέ. Απλά προχώρα... (εμπνευσμένο από την Εύα Ομηρόλη)
3) Θυμάσαι που το Πάσχα χαζεύαμε τα πυροτεχνήματα? Πού και πού, υπήρχε κάποιο που έσκαγε πριν φτάσει στον ουρανό... Έτσι συμβαίνει και με τις ζωές μερικών ανθρώπων.. διαλύονται πριν φτάσουν ψηλά.. (Σουζάνα Ταμάρο, «όπου σε πάει η καρδιά»)
4) Γιε μου, θέλω το σπίτι μας να είναι ένα παράθυρο στον κόσμο, κι όχι ένα δωμάτιο γεμάτο καθρέφτες...
5) Γιε μου, θα ήθελα να σου πω, πως το να χάνεις χρόνο δεν είναι καθόλου κακό. Μα φοβάμαι... Μετανιώνω. Και δε στο λέω. (Εμπνευσμένο από Σουζάνα Ταμάρο)
6) Γιε μου, όταν οι άνθρωποι φεύγουν, αυτό που μας λείπει περισσότερο δεν είναι η παρουσία τους αλλά όλα αυτά που δεν ειπώθηκαν ποτέ μεταξύ μας. (εμπνευσμένο από Σουζάνα Ταμάρο)
7) Γιε μου, η ψυχή μας είναι πιο βαθιά από την πληγή μας. Επανέλαβε μετά από εμένα. Και γραψτο στο ημερολόγιό σου.
8) Γιε μου, μια σταγόνα όνειρο, ένα δάκρυ κι ένα χαμόγελο να τα φυλάς πάντα στην τσέπη σου. Και να είσαι πάντα έτοιμος να τα μοιραστείς.
9) Γιε μου, θέλω τη σκέψη μου επάνω σου ν’ απλώσω χωρίς να σε κουράσω. Θέλω το χαμόγελό σου να δω, την καρδιά μου να ξεκουράσω...
10) Γιε μου, ίσως ποτέ να μην έχω να σου δώσω σωστές απαντήσεις. Μπορεί όμως να σου κάνω κάποιες σωστές ερωτήσεις (εμπνευσμένο από Εύα Ομηρόλη)
11) Γιε μου, θα ήθελα να μάθεις να δίνεις πάντα μόνο από αυτό που σου περισσεύει, για να είσαι σίγουρος ότι δίνεις ΜΟΝΟ για τη χαρά του να δίνεις. Και όταν παίρνεις, να παίρνεις από τον άλλον μόνο αυτό που του περισσεύει, για να είσαι σίγουρος ότι είσαι ακόμα ελεύθερος..
12) Αγόρι μου, όπου δεν υπάρχει πάθος, μπορεί ο καθένας να αντικατασταθεί.
13) Γιε μου, ή θα θυμάσαι ή θα ζεις. Το πρώτο μπορεί να περιμένει για την εποχή που δεν θα μπορείς να κάνεις το δεύτερο.
14) Η χειρότερη ώρα γιε μου, είναι η ώρα που μπορεί να ανακαλύψεις την ομοιότητα αυτών που αγαπάς με τους ανθρώπους που τους περιβάλλουν...
15) Οι Εσκιμώοι γιε μου, όταν γεράσουν κι είναι πλέον ανίκανοι να κερδίσουν μόνοι τους το ψάρι τους, πηγαίνουν να τους φάει η αρκούδα...
16) Γιε μου, σε κάποια ζευγάρια συνέβη ότι συμβαίνει και με το στρείδι.. Ένα στρείδι τυλίγει ένα "ξένο" σώμα και πληγώνεται.. και τότε... μόνο τότε.. υπάρχει η μεταμόρφωση μιας πληγής σε μαργαριτάρι..
17) Γιε μου, οι άνθρωποι που κυκλοφορούν λίγο είναι αυτοί που εξασφαλίζουν τη βεβαιότητα του περιζήτητου. Οι χορτασμένοι. Οι άλλοι, κυκλοφορούν πολύ για να παρηγορηθούν που δεν είναι "εμπορεύσιμοι".
18) Αγόρι μου, όταν οι επιθυμίες μας γίνονται μεγάλες μας ξεπερνούν. Κι όταν προσπαθούμε να τις φτάσουμε μας παραγκωνίζουν. Αν τις εγκαταλείψουμε είμαστε δειλοί. Κι αν τις κυνηγήσουμε γινόμαστε δυστυχισμένοι. Κι όταν φτάσει η επιθυμία μας να γίνει αλήθεια, κρατάει μόνο μια στιγμή...
19) Μαζί με την κάθε ανάσα σου, να παίρνεις δύναμη και να μπορείς να επιβάλλεις τις δικές σου έννοιες στις λέξεις των άλλων. (εμπνευσμένο από Εύα Ομηρόλη)
20) Η ψυχή, γιε μου, είναι κάτι μοναδικό. Κι όπως όλα τα μοναδικά, δεν μπορεί παρά να είναι μόνη...
21) Γιε μου, το στόμα το έχουμε για να μάθουμε να προφέρουμε λέξεις που τελειώνουν με θαυμαστικά. (εμπνευσμένο από Εύα Ομηρόλη)
22) Ο μπαμπάς λέει πως τα όνειρα δίνονται δωρεάν, αλλά πολλές φορές αργότερα, κοστίζουν πολλά...
23) Γιε μου, να μη μείνεις ποτέ κολλημένος στην ίδια μύξα που αρέσει σε κάποιους να αποκαλούν ζωή και καμώνονται τον ικανοποιημένο για να μην χρειαστεί ποτέ να κάνουν τον τολμηρό. Να βουτάς μέσα στο χρόνο άφοβα, να μάθεις να κολυμπάς ακόμα και στα πιο θολά νερά του, όχι για να γίνεις καλύτερος, μα γιατί ΕΙΣΑΙ καλύτερος. Γιατί τελικά το "καλύτερος" δεν μπορεί μόνο του να είναι ο στόχος. Δυστυχώς είναι πάντα το κίνητρο.
24) Γιε μου, πάψαμε να θέτουμε ερωτήματα και ζούμε μέσα στις απαντήσεις. Αυτό τουλάχιστον είναι πρόοδος.
25) Η ζωή είναι το δώρο του Θεού σε μας. Ο τρόπος που ζούμε τη ζωή μας, είναι το δικό μας δώρο στο Θεό
26) Η χαρά είναι μεγάλος δάσκαλος. Το ίδιο όμως και η απελπισία. Η καθαρή σκέψη είναι μεγάλος δάσκαλος, το ίδιο όμως και η σύγχυση. Η ελπίδα είναι μεγάλος δάσκαλος, το ίδιο όμως και η απογοήτευση. Η ζωή είναι μεγάλος δάσκαλος. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τον θάνατο.
27) Οι αδύναμοι είναι σκληροί γιε μου. Μόνο από τους δυνατούς μπορείς να περιμένεις καλοσύνη.
28) Ξυπνήσαμε το πρωί με τον μικρό και χουζουρεύαμε λίγο στο κρεβάτι... Ξαφνικά άρχισα να τον γαργαλάω και να τον φιλάω στο λαιμό, κι εκεί που γελούσε και τσίριζε, σταματάει και μου λέει "άρχισες πάλι τα χαζά?"... (2 ετών και 3 μηνών, για να μην ξεχνιόμαστε...)
29) Ο γιος μου πηγαίνει στον παιδικό σταθμό. Ο ξάδερφός του στο νηπιαγωγείο.
- Θέλω κι εγώ να πάω στο σχολείο του ξαδέρφου μου
- Αγόρι μου δεν γίνεται, ο καθένας πρέπει να πάει στο σχολείο του.
- Εγώ θέλω να πάω στο σχολείο του καθένα!
30) Για να φτιάξουμε το χώρο μέσα μας όμορφο, ας ξεκινήσουμε φτιάχνοντας το χώρο γύρω μας όμορφο.. αντικείμενα και διακόσμηση που μας ταξιδεύουν είναι το δικό μου μέσο απόδρασης... ο μικρός πάλι ανακαλύπτει καινούριους κόσμους ακόμα και μέσα στο σπίτι του.. σίγα σιγά μπορεί να τον βοηθήσουν να ανακαλύψει και τους καινούριους κόσμους μέσα του, και να μου τους δείξει.. Μαγικό?
31) Δεν μπορώ να σκεφτώ καμιά άλλη ανάγκη στην παιδική ηλικία τόσο δυνατή όσο η πατρική προστασία.
Ζίγκμουντ Φρόυντ, 1856-1939, Αυστριακός ψυχίατρος
32) Οι γονείς είναι οι τελευταίοι άνθρωποι που θα έπρεπε να τους επιτρέπεται να έχουν παιδιά.
Samuel Butler, 1835-1902, Άγγλος συγγραφέας
33) Άλλη μία μαγική στιγμή: Ξυπνάει τη νύχτα, σε φιλάει και ξανακοιμάται..
34) Έλεγα σήμερα στον μικρό "Είσαι μαϊμούνι?" μου απαντούσε "Εσύ είσαι μαϊμούνι". Συνέχιζα, "είσαι μπουρμπουλήθρας?", μου απαντούσε "Εσύ είσαι μπουρμπουλήθρας"... Και άρχισα, "Είσαι κούκλος?" - "Εσύ είσαι κούκλος"!, έλεγα "είσαι λαχταριστός?" -"Εσύ είσαι λαχταριστός" μου έλεγε, "Είσαι γοητευτικός?", "Εσύ είσαι γοητευτικός"!... μη γελάσετε.. ήθελα τόσο να τα ακούσω...

Η ζωή μου μια βόλτα

5 Απριλίου 2014


Αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος
Αίθουσα αναμονής. Πτήση επιστροφής στη Θεσσαλονίκη.


Η προσωπική ιστορία πολλών ανθρώπων είναι συνδεδεμένη με συγκεκριμένο τόπο. Βίωσα έντονα για ακόμα μία φορά το συναίσθημα του να μην ξέρεις σε ποιον τόπο τελικά ανήκεις. Είναι σαφής ο τόπος καταγωγής ή τόπος εργασίας. Αλλά μάλλον για μένα, σπίτι δεν είναι ένα μέρος να ζεις, σε μια πόλη που ζεις, αλλά ένας τόπος όπου πάντα θα πηγαίνεις... για να βρω το σπίτι μέσα μου, πρέπει να πάρω μία βαλίτσα και να κάνω δρόμο, να έχω ταξίδι. Σπίτι μου είναι το ταξίδι. Με πραγματικές ή συναισθηματικές μόνο βαλίτσες. Ή ακόμα και χωρίς καθόλου βαλίτσες. Γιατί έρχεται μία στιγμή, που συνειδητοποιείς πως τα υπάρχοντά σου όλα χωράνε στη χούφτα σου. Όπως και η καρδιά σου, που την κρατάς πάντα έτοιμη στη χούφτα σου να προσφερθεί ολόκληρη σε μία απλή χειραψία ή αγκαλιά με φίλους, στους δρόμους που μαζί περπατήσατε και χτίσατε μαζί αυτό που σήμερα έγινε το σπίτι σας. Χωρίς στεγαστικό, χωρίς δάνεια, χωρίς υποχρεώσεις και ανταλλάγματα. Με στέγες εμφανώς μονωμένες για να κρατάνε τη ζεστασιά μέσα σας, στους δρόμους του κόσμου... και τα αεροδρόμια έγιναν οι πρόναοι της ιερής φιλίας, οι προθάλαμοι και τα χολ για το πρώτο κέρασμα, το λικεράκι, πριν οι δρόμοι ανοίξουν τα χέρια τους για να προσθέσουν ακόμα ένα κεραμίδι. Είναι πολλά τα σπίτια μας γιε μου, είναι πολλοί οι δρόμοι μας. Είμαστε ευλογημένοι γιε μου.

Δύο άνθρωποι μόνοι

28 Μαρτίου 2014


Δύο άνθρωποι μόνοι συναντήθηκαν εντελώς τυχαία και με τον πιο πρωτοποριακό τρόπο εκείνης της εποχής. «Συναντήθηκαν» χωρίς να ειδωθούν. Ανταλλάξανε μηνύματα. Σε κινητά. Και πολλά τηλεφωνήματα. Με τηλεκάρτες. Και πολλά ταξίδια διασταύρωσαν τις ζωές τους σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Και ήταν πολύ νέοι ακόμα. Είχαν όλη τη ζωή μπροστά τους. Και όπως τυχαία συναντήθηκαν, τυχαία και, αναπόφευκτα πια, ερωτεύτηκαν.
Κι έγιναν οι δύο άνθρωποι μόνοι, ένας άνθρωπος. Κι ίσως δεν διασπάστηκε ποτέ αυτός ο άνθρωπος, όμως, όπως τυχαία συναντήθηκαν και ερωτεύτηκαν, έτσι «τυχαία» χάθηκαν… Και έμεινε ο έρωτας να τους θυμίζει μέσα τους, πως ο άλλος κάποτε πράγματι υπήρξε. Και το έζησαν. Με τη μορφή αγώνα αντοχής…
Και για αρκετά χρόνια δεν έζησαν τίποτα άλλο… όμως… κάποτε η ζωή έτρεξε κι έναν αγώνα ταχύτητας και….
Δύο άνθρωποι μόνοι συναντήθηκαν εντελώς τυχαία, με έναν ίσως κλασικό τρόπο. Οι ζωές τους διασταυρώθηκαν στη ρωγμή εκείνη του χρόνου που σκοντάφτει και πέφτει το λεγόμενο timing.. και για πολλούς προσωπικούς τους λόγους μάλλον ο καθένας, αποφάσισαν να το ζήσουν. Και το έζησαν. Λίγο σχετικά. Και πρόλαβαν να γίνουν ένας άνθρωπος, να παντρευτούν, να κάνουν ένα παιδί και να χωρίσουν πριν προλάβεις να πεις «Ερωτόκριτος». Και πήρε ο καθένας τον δρόμο του.
Ένας μπαμπάς κι ένας γιος…  δηλαδή…
            Δύο άνθρωποι μόνοι συναντήθηκαν όχι τυχαία, και αγαπήθηκαν. Και έγιναν ένας άνθρωπος. Και ο δικός τους αγώνας τους έλαχε μετ’ εμποδίων. Δεν τα πήγαν άσχημα όμως… Κι ακόμα αγωνίζονται. Δεν τους νοιάζει το μετάλλιο. Ούτε κανενός είδους αναγνώριση. Νοιάζεται ο ένας τον άλλον.
 Όπως τότε…
Δύο άνθρωποι μόνοι επιλέγουν βηματισμό. Γρήγορο, αργό, με σκυφτό κεφάλι ή με παρρησία. Σκοντάφτουν, πέφτουν, ξανασηκώνονται, γιατρεύουν τις πληγές τους και προχωράνε.
Δύο άνθρωποι μόνοι βρίσκονται μπροστά σε πολλές επιλογές χειρισμού της προσωπικής τους κατάστασης. Τα βήματά τους άλλοτε οδηγούν ευθεία μπροστά, άλλοτε λοξοκοιτάζουν προς τα πίσω μήπως ξέχασαν κάτι και ξανοίχτηκαν στο μέλλον λειψοί, άλλοτε κρύβονται ο ένας στην αγκαλιά του άλλου για να περικλείσουν όλο τον κόσμο τους σε λιγότερο από ένα τετραγωνικό μέτρο.
Ίσως για δύο ανθρώπους μόνους, ένα τετραγωνικό μέτρο είναι ικανό να περιλαμβάνει ολόκληρο τον κόσμο.
Για έναν άνθρωπο μόνο όμως, ολόκληρος ο κόσμος είναι πολύ μικρός να τον χωρέσει.
Ο έρωτας εκεί που «ανήκει».
Ο μικρός αυτές τις μέρες με τη μαμά του.
Εγώ για δύο. Για δύο ανθρώπους μόνους. 

Οι ζωές των άλλων

15 Μαρτίου 2014


Εδώ και πάρα πολλά χρόνια έχω ξεκινήσει έναν προσωπικό μοναχικό δρόμο στα μονοπάτια της προσωπικής αυτοβελτίωσης μέσα από συναντήσεις με ψυχολόγους, ψυχοθεραπευτές, παρακολούθηση συνεδρίων, σεμιναρίων και ομιλιών. Η εξέλιξη όλων των προηγούμενων με ώθησε στο να παρακολουθώ αυτή τη στιγμή ένα εξάμηνο σεμινάριο e-learning για προσωπική συμβουλευτική – Life Coaching.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, χθες βράδυ πήγα σε μία ομιλία μιας ψυχολόγου με θέμα «Μικρές αλλαγές στη ζωή των ενηλίκων για μεγάλες αλλαγές στη ζωή των παιδιών μας». Η σημείωση για την ομιλία έλεγε πως θα παιχτούν αποσπάσματα από την ταινία Κράμερ εναντίον Κράμερ. Έχοντας αυτό-ονομαστεί Mr Kramer για πολλούς ευνόητους και μη λόγους, θεώρησα πως η ομιλία μου ταιριάζει πολύ. Και πήγα.
Και δεν πήγα μόνο εγώ. Πήγαν κι άλλοι άνθρωποι. Σύνολο 15. Η σύνθεση ήταν περίπου ως εξής: 7-8 γυναίκες ηλικίας over 60, που όλοι φανταστήκαμε πως βρίσκονται εκεί για τα εγγόνια τους. Οι υπόλοιποι όλοι μεταξύ 35 και 40something. 12 γυναίκες μόνες, 1 ζευγάρι, κι εγώ.
Ήρθε η στιγμή που έπρεπε να συζητήσουμε κάποια θέματά μας, κάποιες ιδέες μας, πιθανά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην καθημερινότητα με τα παιδιά μας. Εξαιτίας του θέματος της ταινίας και κάποιων ερωτήσεων από το κοινό, περιστραφήκαμε γύρω από το διαζύγιο ή τη χηρεία. Οι ηλικιωμένες κυρίες, μονίμως εκτός θέματος, αφού είχαν να λύσουν τα προσωπικά τους θέματα όπως: εγώ παντρεύτηκα μόλις τελείωσα το σχολείο, μας πάντρευαν οι γονείς μας, οι άντρες μας δεν μας άφηναν να δουλέψουμε, θυσιαστήκαμε για τα παιδιά μας, δεν διαλύσαμε τα σπίτια μας όποιος και να ήταν ο άντρας μας, εμείς κάναμε υπομονή, οι σημερινοί νέοι όλο χωρίζουν κτλ… χιλιομασημένα αποτυχημένα τσιτάτα καταπιεστικών και πνιγμένων γενεών που σκόρπισαν καταπιεσμένα και ενοχικά παιδιά…
Είχαμε όμως και την «έκπληξη». Το αστέρι της βραδιάς. Μία κυρία 60φεύγα. Ίσως πολύ φεύγα… «εγώ ήθελα να ρωτήσω κάτι.. έχω στον περίγυρό μου ένα ζευγάρι με 2 παιδάκια που χώρισε… Η κυρία τώρα έχει σύντροφο, τον έχει ΜΕΣΑ στο σπίτι, με τα 2 της παιδιά!! Και ο κύριος, επίσης έχει σύντροφο! Αυτά τα παιδάκια δηλαδή τώρα δεν καταστράφηκαν; Έχουν 2 μπαμπάδες και 2 μαμάδες; Αχ τα καημένα….» Αρχικά φοβάσαι πως μπορεί να μιλάει για την κόρη της ή τον γιο της, ή τα ανίψια της έστω, οπότε είσαι και λίγο επιφυλακτικός στο πώς θα μιλήσεις… Αν και ήδη έχω αρχίσει να βγάζω φυσαλίδες από το στόμα… Η ψυχολόγος της λέει «είπατε πως μιλάτε για τον περίγυρό σας, καλό θα ήταν ο καθένας να μιλάει για τα προσωπικά του βιώματα μόνο, δεν είμαστε εδώ για να κρίνουμε κανέναν»… «Μα δεν είναι μακρινός περίγυρος.. Μέσα στα πόδια μου την έχω την κυρία.. ΣΤΗΝ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ ΜΟΥ ΜΕΝΕΙ! ΓΕΙΤΟΝΙΣΣΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ!»           Κάπου σε αυτό το σημείο, οι φυσαλίδες από το στόμα μου, αρχίζουν να εξελίσσονται σε φούσκες big bubble, φοβάμαι μήπως ο κόσμος καταλάβει ότι μου ανεβαίνει η πίεση 22… Σκέφτομαι «καταραμένη ελληνική παθογένεια». Αλλά ακόμα δεν ήξερα το κερασάκι της τούρτας… Η ψυχολόγος επιμένει «θα ήθελα σας παρακαλώ να μας πείτε κάτι για εσάς, για μια δική σας εμπειρία»… Και τι απαντάει η Θεά; «ααα τίποτα, τίποτα, με εμένα ευτυχώς όλα μια χαρά… γι’ αυτό και ποτέ δεν παντρεύτηκα και ποτέ δεν έκανα παιδιά.. και τα βλέπω αυτά γύρω μου, και λέω ευτυχώς που δεν παντρεύτηκα, ευτυχώς που δεν έκανα παιδιά! Τα βλέπω κι αυτά τα καημένα στην πολυκατοικία και τα λυπάμαι τα δυστυχισμένα». Νομίζω, απ’ όσο με ξέρετε, καταλαβαίνετε ότι πλέον είχα ένα σύννεφο μπροστά μου… Δεν είχα και κανέναν να πάρει ένα 50ευρω να μου διαλύσει το σύννεφο και μετά να το ρίξει στο βάζο… Έχασα για λίγο επαφή με το περιβάλλον… Είδα την μεγαλοκοπέλα των 60φεύγα, με τα ρόλει στα μαλλιά να κατεβαίνει στο παράθυρο του ακάλυπτου για να κρυφακούσει πότε κάνει έρωτα η γειτόνισσα με τον σύντροφο και αν τα παιδιά είναι μέσα και διαβάζουν, να περνάει ένα μεροκάματο ολόκληρο στο ματάκι της πολυκατοικίας, να δει ποιος μπήκε, ποιος βγήκε, αν τα παιδιά έπαιξαν, έφαγαν, πήγαν σχολείο, αν ήρθε ο μπαμπάς να τα δει, για να γυρίσει μετά το βλέμμα πίσω στο άδειο σπίτι της, στην άδεια ζωή της, που προφανώς δεν έχει να τη γεμίσει με τίποτα καλύτερο από τις ζωές των άλλων…          Ευτυχώς που υπάρχουν και τέτοια ζευγάρια σε πολυκατοικίες και δίνουν νόημα στη ζωή κάποιων ανθρώπων που το μόνο που πρόσφεραν στα 60τόσα χρόνια της ζωής τους είναι να γεμίζουν κόπρανα τον πλανήτη. Και δεν το λέω γιατί δεν παντρεύτηκε ή γιατί δεν έκανε παιδιά. Αφού αυτή η γυναίκα αγαπάει και λυπάται τόσο πολύ τα παιδάκια των γειτόνων, που αποφάσισε να πάει σε μία ομιλία που δεν την ενδιαφέρει ούτε στο ελάχιστο, για να «ξεφτιλίσει» τη γειτόνισσα και τελικά να ξεφτιλιστεί η ίδια, θα μπορούσε για παράδειγμα να προσφέρει υπηρεσίες στο Χαμόγελο του Παιδιού ή τα παιδικά χωριά SOS ή να βοηθάει ανήμπορους ανθρώπους σε ιδρύματα. Αυτή νομίζω θα ήταν μία πολύ γεμάτη ζωή για έναν άνθρωπο χωρίς οικογένεια, θα της έδινε πραγματικό νόημα και δεν θα είχε χρόνο και διάθεση να περάσει όλη της τη ζωή πίσω από μία κλειδαρότρυπα. Επιπλέον, δεν θα έπιανε μία θέση (από τις μόνο 15 θέσεις) σε μία ομιλία που καμία θέση δεν είχε για γυναίκες σαν κι αυτή…
Ακόμα δεν μπορώ να το χωνέψω… Η ομιλία  - συζήτηση ξεκίνησε στις 7μιση το απόγευμα και τελείωσε στις 10. Η κυρία αυτή, ντύθηκε στο σπίτι της, ετοιμάστηκε, πήρε τηλέφωνο τις φίλες της και είπε «έχει μία ομιλία που πρέπει οπωσδήποτε να πάω» ενώ στη διπλανή εκκλησία βαρούσαν οι καμπάνες για να καλέσουν τους πιστούς για τους Χαιρετισμούς.. Χαίρε Κεχαριτωμένη Γραία, με έκανες τόσο ευτυχισμένο που τόλμησα να κάνω οικογένεια, να κάνω ένα παιδί, να πάρω ένα διαζύγιο, και να μην έχω καθόλου μα καθόλου διάθεση να κρίνω δημοσίως τις ζωές των άλλων ούτε να ζω μέσα από αυτές.. (η τελευταία μου πρόταση αναιρεί ολόκληρο το κείμενο αυτό, αφού τελικά σχολιάζω τη ζωή της, αλλά γνωρίζω πως για πολλές τέτοιες κυρίες ο κόσμος φοβάται να πάρει αποφάσεις στη ζωή του.. είναι το πρόσωπο του φόβου του «τι θα πουν οι άλλοι» και δεν έχω τίποτα περισσότερο να σιχαίνομαι).

Κοινή γνώμη

26 Μαρτίου 2014


Από μικρός είχα μία περίεργη αίσθηση… Σαν να μην ταίριαζα πολύ με αυτόν τον κόσμο, σα να μην υπήρχε ικανοποιητική συμβατότητα ανάμεσα στον τρόπο σκέψης μου και σε αυτό που λέμε «κοινή γνώμη». Πάντα πίστευα πως η «κοινή γνώμη» ήταν το χειρότερο τσιτάτο που ανακαλύφθηκε ποτέ για να κατευθύνονται ζωές ανθρώπων. Εδώ καλά καλά δεν μπορούν να βρεθούν δυο άνθρωποι να έχουν παρόμοιες γνώμες, κι εμείς καταλήξαμε πως παρόλα αυτά όλοι μαζί οι πολλοί, οι πάμπολλοι, συμφωνούν σε άπειρα πράγματα, κι όλα αυτά τα περικλείει η «κοινή γνώμη».
Ποιοι εκφράζουν την «κοινή γνώμη»? Μα είναι σαφές… Οι έχοντες «κοινό νου». Συχνά λοιπόν αισθανόμουν πως υπάρχει ο νους μου και ο κοινός νους. Δύο μόνο μυαλά γέννησε η πλάση, που είναι και πολύτεκνη. Μόνο το δικό μου και το άλλο, τον «κοινό νου».
Και πού και πού στρέφω το κεφάλι προς το ουρανό να προσδιορίσω από ποιο μέρος του ορίζοντα με ρίξανε με αλεξίπτωτο σε αυτόν τον εδώ τον κόσμο… Εμένα δεν με έφερε πελαργός. Είναι ξεκάθαρο. Αλεξίπτωτο με έφερε. Και δεν ξέρω πού ακριβώς είχε στόχο να με οδηγήσει, αλλά ήμουν και παχουλοσικάτο μωρό, και δεν άντεξαν πολύ και τα «χαλινάρια» του αλεξίπτωτου και βρέθηκα να σωριάζομαι στη Νύμφη του Θερμαϊκού, με το πέπλο της από πάνω μου ριγμένο, να μην μπορώ να πάρω ανάσα… Αυτός από το άλλο σύμπαν φταίει.. Αυτός που αποφάσισε να μου δέσει ένα αλεξίπτωτο στους ώμους και να με σπρώξει στο κενό χωρίς προηγουμένως να έχει σκεφτεί να αντικαταστήσει το μυαλό μου, τον νου μου… Άφησε τον ίδιο, αυτόν που μπορεί να λειτουργούσε ικανοποιητικά για εκεί που βρισκόμουν πριν, αλλά εδώ που ήρθα προς τα τέλη της δεκαετίας του 70, δεν φαίνεται να μου χρησίμευσε και πολύ… Εδώ είναι mainstream ο κοινός νους, η κοινή γνώμη, οι κοινοί φίλοι και το κακό συναπάντημα. Μάταια πασχίζω να βρω κάτι κοινό να με κάνει να ενσωματωθώ. Κοινοτοπίες θα μου πεις. Ίσως.
Αν και εγώ έχω ατοπία. Με τη βούλα. Με ιατρική συνταγή.
Ζητούνται δότες κοινού νου. Εχεμύθεια εγγυημένη. Αν βρεθούν συμβατοί δότες και είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουμε σε μεταμόσχευση, παρακαλούνται να μεταλαμπαδεύσουν και όλη την κοινή γνώμη που αποκόμισαν όλα αυτά τα χρόνια.
Πολύ θα με εξυπηρετήσετε. Θα σας το χρωστάω. Και είμαι αξιόπιστος συνομιλητής. Φερέγγυος. Δεν χρωστάω πουθενά, πέρα από συναισθηματικές καταθέσεις οικείων ανθρώπων που με αγάπησαν. Ζητούνται δότες. Πληροφορίες εντός.    

Στον κήπο

26 Μαρτίου 2014


 Είμαστε στον κήπο της πολυκατοικίας μας. Έχουμε διαθέσιμα ένα φορτηγό, ένα κουβαδάκι κι ένα φτυαράκι. Δεν έχει άλλα παιδάκια στον κήπο. Ο δικός μου προσπαθεί να γεμίσει με άμμο το κουβαδάκι χρησιμοποιώντας το φτυαράκι. Μόλις γεμίσει το κουβαδάκι, το παίρνει και το αδειάζει στην καρότσα του φορτηγού… Και πάλι από την αρχή.. Όμως είναι μικρούλης, κι όλα αυτά γίνονται σχετικά αργά… Και η ώρα περνάει.. Και πρέπει να ανέβουμε στο σπίτι, να φάμε, να κάνουμε μπάνιο και να κοιμηθούμε… Ο μικρός δείχνει ιδιαίτερο ζήλο και αφοσίωση στο λειτούργημα που κάνει…
«Αγόρι μου, νομίζω πως το φορτηγό γέμισε… Θέλεις να ανεβούμε στο σπίτι μας να φάμε?»
«Όχι μπαμπά, άσε με να κάνω τη δουλειά μου!!!!!!!» Όπως ακριβώς το διαβάζετε… Δεν είπε «άσε με να παίξω..», «τώρα παίζω» ή κάτι τέτοιο…
Μετά από 10 λεπτά, και ενώ έχει γεμίσει με άλλες 4-5 φτυαριές το κουβαδάκι κι από εκεί την καρότσα του φορτηγού, σηκώνεται, τινάζει τα χέρια του σαν ξυλοκόπος που ρόζιασαν τα χέρια του από το τσεκούρι κι έχουν γεμίσει και οι παρανυχίδες πριονίδια, και μου λέει «τελείωσα τη δουλειά μου, πάμε να φάμε»… 

Στο αυτοκίνητο

24 Μαρτίου 2014 

Είμαστε στο αυτοκίνητο οι δυο μας. Μόνο εγώ με τον μικρό. Ακούμε μουσική. Αυτή το φορά όχι το Sunny Mae που είναι το αγαπημένο μας τραγούδι που το χορεύουμε αγκαλιά, όπου σταθούμε κι όπου βρεθούμε… Νομίζω πως ακουγόταν το Tajabone, του Ismael Lo. (υπενθυμίζω πως ο μικρός μου δεν είναι ακόμα 3 ετών)
«Μπαμπά, δεν ακούω τη μουσική… πιο δυνατά…»
Το δυναμώνω…
«Μπαμπά, ποιος παίζει κιθάρα?»
«Αγόρι μου, αυτό που ακούς έρχεται από το τραγούδι που ακούμε, από τη μουσική του αυτοκινήτου»
«Μπαμπά, ποιος όμως παίζει κιθάρα ξέρεις? Είναι ένας δράκος με φτερά. Είναι κρυμμένος μέσα στην κιθάρα και προσπαθεί να βγει από την μικρή τρύπα… Όλο προσπαθεί να βγει και η κιθάρα κάνει θόρυβο. Αλλά ο δράκος έχει κι ένα μεγάλο όπλο και μπορεί να σπάσει την πόρτα και να βγει όποτε θέλει».
«Εμείς αγόρι μου, θέλουμε να βγει ο δράκος από την κιθάρα? Αφού ακούγεται τόσο ωραία αυτή η μουσική!»
«Ναι μπαμπά, θέλουμε να βγει. Και μετά σπάει την πόρτα και βγαίνει….»
«Και τώρα τι θα κάνει η κιθάρα? Τώρα που δεν έχει τον δράκο πώς θα παίζει μουσική?»
«Βρε (ναι… βρε) μπαμπά, μετά θα παίζει ο κύριος την κιθάρα…»
«Αυτός ο κύριος που λες παιδί μου, πού βρίσκεται? Είναι κι αυτός κρυμμένος μέσα στην κιθάρα?»
«Όχι μπαμπά, αυτός είναι έξω από την κιθάρα. Την κρατάει. Και πάλι παίζει μουσική.. Δεν πειράζει που έφυγε ο δράκος…»

Ψίθυροι καρδιάς

23 Μαρτίου 2014


 Η πιο πρόσφατη ανακάλυψη του χρυσόμαλλου τέρατος, είναι το να μιλάμε ψιθυριστά όταν θέλουμε να πούμε ένα μυστικό. Η έννοια «μυστικό» βέβαια περιλαμβάνει πολλά πράγματα για μία παιδική φαντασία…
Η διαδικασία είναι απλή και χωρίζεται συνήθως σε δύο πράξεις, δεν είναι μονόπρακτο, με τη μία, σου λέω να σκύψεις να σου πω κάτι στο αυτί, σου τραβάω το αυτί, ώστε να μπουν οι λέξεις μέσα και στο λέω…. Όχι…
Ξεκινάμε με ένα γλυκύτατο.. «μπαμπάαααααα, να σου πω κάτι????», «Ναι, παιδί μου, πες μου»…. Σκύβεις, γονατίζεις, έρχεσαι στο ίδιο ύψος με εκείνον, και κλείνει το αυτί σου με τα δύο χεράκια του και λέει «το δικό μου αυτοκινητάκι είναι πιο γρήγορα από το δικό σου» σε πολλές παραλλαγές, όπως «το δικό μου σπαθί είναι πιο μεγάλο από το δικό σου» (κι ελπίζω να εννοεί πραγματικά το σπαθί, κι όχι κάθε συμβολισμό που σκέφτηκαν τα μυαλουδάκια σας, αλλά μ’αρέσει ο τρόπος που σκέφτεστε, και δεν πέφτετε και πολύ έξω, για να τα λέμε όλα…
Το θέμα της μυστικής συζήτησης μπορεί να περνάει από τη δουλειά του, δλδ τον παιδικό σταθμό, οπότε… «μπαμπάααααα, να σου πω κάτι?????», «Ναι, παιδί μου, πες μου»… σκύβεις, έρχεσαι στο ύψος του, σου τραβάει το αυτί και σου λέει «ο Κωνσταντίνος σήμερα στον παιδικό μου είπε ότι δεν με έχει φίλο».
Ετοιμαζόμαστε να πάμε βόλτα, Σάββατο απόγευμα…. Ίσως συναντήσουμε και τον ξάδερφό του τον Δημήτρη…. «μπαμπάααααα, να σου πω κάτι».. «Πες μου»… «Όχι έτσι, μυστικό!», σκύβεις, έρχεσαι στο ύψους του, και λέει μυστικά στο αυτί «ο Δημήτρης πώς τα κάνει τα μαλλιά του? Καρφάκια ή τα χτενίζει με τη βρούτσα?» (ναι, βρούτσα, όχι βούρτσα)…
Είναι στο δωμάτιο του και παίζει… Είμαι όρθιος στην κουζίνα και πλένω πιάτα, ψήνω μπουγατσάκια κι ετοιμάζω τον πρωινό ομοιοπαθητικό καφέ μου (πωπω Παναγία μου, σαν τη μάνα μου έγινα!!, ευτυχώς έχουμε μία βασική διαφορά.. εκείνη δεν έκανε ομοιοπαθητική!). «Μπαμπάαααα, να σου πω κάτι?» «Ναι, παιδί μου, πες μου», σκύβεις, γονατίζεις, έρχεσαι στο ύψος του, και σου λέει με τα δυο χεράκια του στο αυτί σου… «τώρα είμαι πιο ψηλός από εσένα, κοίτα… !» και κάνει τη νοητή ευθεία γραμμή από τα μάτια του στα μάτια σου, κι έχει δίκαιο.. είσαι πιο χαμηλά…
Σήμερα είπα να αντιστρέψω τους όρους.. Είπα να τον προλάβω… Ετοιμαζόμασταν να άμε για ύπνο, τον παίρνω αγκαλιά κι έτσι όπως ήμασταν στο ίδιο ύψος, του λέω «θέλω να σου πω ένα μυστικό»… σκύβει.. φέρνει το αυτί του κοντά στο στόμα μου… του λέω «Σ’ αγαπάω κάθε μέρα όλο και πιο πολύ».. χαμογελάει.. με κοιτάει.. θέλει να μου απαντήσει με ακόμα ένα μυστικό… φέρνει τα χεράκια του στο αυτί μου και μου ψιθυρίζει «θα μου πάρεις το μεγάλο όπλο του spiderman?»… 

Κρασοκατανυκτήριο ψυχολογικής υποστήριξης

22 Μαρτίου 2014


Όνομα Ασθενούς: Χάπι Daddy

Ηλικία Ασθενούς: Νέο παιδί, μιας κάποιας ηλικίας.

Ιστορικό παθήσεων: Παθήσεις κυρίως διαζευγμένες, που τις πέρασε με τις παιδικές ασθένειες. Επαναληπτικότητα στον εσωτερικό διάλογο και απουσία επαφής με τον έξω κόσμο.

Συμπτώματα: Έξαρση κλειστοφοβίτιδας με συνοδευόμενη αρχόμενη ομιλίτιδα εις τους τοίχους και λοιπούς παρόμοιους που έχουν αυτιά…

Συνιστάται: Αξονική, μαγνητική και κοινωνική τομογραφία με ζωντανή μουσική και ζωντανούς μουσικούς σε δοκιμαστικό περιβάλλον ουζομεζεδοκρασοκατανυκτηρίου με λοιπούς ασθενείς με τα ίδια συμπτώματα ή με εντελώς «υγιείς» ανθρώπους ώστε να καταγραφούν αντιδράσεις στον ιππόκαμπο. Του εγκεφάλου.

Κλινικό Αποτέλεσμα: Τα άτομα που συμμετείχαν στην κλινική έρευνα εθελοντικά χωρίς να γνωρίζουν ότι βρίσκονται σε περιβάλλον εργαστηρίου, συμπεριφέρθηκαν σχετικά κόσμια, αν εξαιρέσουμε το ότι παρατηρήθηκε ανταλλαγή σάλιων για να γλείψουν τις πληγές τους. Σε όποιον περίσσευε σάλιο, έγλειφε κι άλλες πληγές. Το 1ο ποτηράκι δεν περιείχε καμία ουσία, οπότε το πλαίσιο κινήθηκε σε γνωστά αμήχανα επίπεδα εποχής προ-φλερτ, ή σαν συνάντηση στο γαμήλιο γλέντι που κάθεται όλο το σόι μαζί και εξαντλούνται στο «τίνος είσαι εσύ». «ααα εγώ της νύφης είμαι», «καλά παιδιά, πολύ τα θαυμάζω, το παλέψανε, ερωτευτήκανε, … αχ κι εγώ να ήμουν έτσι όταν ξεκινούσα, αλλά ποιος με βοήθησε εμένα? Οι γονείς μου ή τα πεθερικά μου? Άστα να μη λέμε τώρα τα δικά μου, τα δικά σου πες μου, χάρηκα που τα είπαμε, έτσι να τα λέμε πάντα, σε χαρές!!». Μετά το 1ο μισάωρο, προσφέρθηκε το 2ο ποτήρι κρασί σε διαζευγμένο ποτήρι, πλυμένο στο πλυντήριο πιάτων στο μεταμεσονύχτιο πρόγραμμα για φθηνότερο ρεύμα. Αυτή είναι και η ώρα που όλα επιτρέπονται. Μέσα μας. Έξω μας όχι. 

To 3ο ποτηράκι έρχεται συνοδευόμενο με κοινωνική γλιστρίδα και αντικοινωνικό και ανάρμοστο σχολιασμό εκ μέρους μου, αλλά αυτός είμαι, έτσι μ’ αγάπησα, έτσι θα παραμείνω, στην υγειά μου, να με χαίρομαι, έχω κι εγώ την προσωπική μου ιστορία, (πού να σας τα λέω τώρα…). Tη στιγμή που πάμε να πληρώσουμε, ο σερβιτόρος, δηλαδή το αστέρι της βραδιάς, ο οποίος ήταν βαλτός από την ομάδα κλινικής παραγωγής, λίγο πιο ασθενής από τους πιο ασθενείς εκεί μέσα, με σοβαρές βλάβες στο κέντρο παραγωγής σοβαρής συζήτησης του εγκεφάλου, λειτουργεί πνευματικά μόνο με την υπόφυση και τον προμετωπιαίο λοβό παραγωγής ατάκας του θανατά, άμα δεν ήταν αυτός, το δοκιμαστικό περιβάλλον εργαστηρίου μπορεί να μην είχε την ίδια επιτυχία, αυτός λοιπόν, μας ρώτησε «τώρα δηλαδή, τι είναι αυτό ρε παιδιά? Εγώ δεν κατάλαβα! Αρραβώνας ήταν, γάμος ήταν, εσείς τώρα γιατί ήρθατε?», στην οποία απάντησα «πού να στα λέω, κάτσε βάλε κρασί… χώρισε ένας φίλος μας και ήρθαμε σήμερα στο πάρτυ διαζυγίου, όλα Δόξα τω Θεώ, έγιναν κανονικά… πήραμε πρόσκληση, λίστα διαζυγίου, τρέχαμε να βρούμε πού είναι το πλησιέστερο «Μόνο Εικόνα Όχι Ήχος» να του πάρουμε τις ωτοασπίδες που αιτήθηκε και μία μηχανή παραγωγής ποπ κορν.. ή μήπως κοκ πορν?? (καλύτερο το 2ο! και γλυκό και σεξ! Και σεξουαλικά σκέτο να το πάρεις, πάρει double είναι.. jack pot)!

Η ιατρική ομάδα, έβγαλε τα συμπεράσματά της και εξήλθε εκ του περιβάλλοντος εργαστηρίου.

Άντε, Χάπι Dad. Θυμήσου λίγο αλλά ζήσε λίγο παραπάνω. Dad-ness δεν βγαίνει από το Sad-ness, βγαίνει κυρίως από το Mad-ness. Προς το παρόν Χάπιness.

Και σήκωσε λίγο το φακό σου, όσο το τούνελ έχει ακόμα στροφές, και φώτισε το δρόμο μπροστά σου. Στο βάθος του τούνελ, η ορθογραφία μπορεί και να ξαναβρεί τον εαυτό της κι όλα να μπουν στη θέση τους, με μία γλυκιά αναστάτωση, μυστικά και ήσυχα. Χάπιness? Χάπι λες? Χάπιless! Μόνο Happiness! 

Μία μέρα του Θεού

18 Μαρτίου 2014


Κάποιες μέρες τις έστειλε ο Θεός για λάθος λόγο… Δεν τις έστειλε για να μπορέσουμε να τις θαυμάσουμε. Δεν τις έστειλε για να μπορέσουμε να τις χαρούμε. Τις γέμισε με θυμό, πίκρα, στενοχώριες, νεύρα, αναίτιες ενοχές, ζέστη έξω και κρύο «μέσα». Τις στόλισε και με σουρεαλισμό. Του αρέσει πολύ ο σουρεαλισμός του Θεούλη μας. Σε ό,τι κι αν έκανε, το πασπάλισε με χρυσόσκονη σουρεαλισμού. Πάλι καλά θα μου πεις.. Θα μπορούσε να τις είχε πασπαλίσει με πίσσα και πούπουλα. Κι άντε μετά να το στρώσεις.. Θα μου πεις και πάλι δεν φαίνεται να στρώνει από πουθενά.. Να πιάσεις τον σουρεαλισμό από το –ισμός και να τον σκίσεις μέχρι το σουρε.. Αλλά προνόησε ο Ύψιστος… Δεν μας τον έστειλε με τα κανονικά του τα ρούχα, ούτε με το κανονικό το πρόσωπο… Τον έκανε τον σουρεαλισμό ένα μικρό νάνο μυρμηγκάκι και τον έκρυψε σε κάθε χαραμάδα της μέρας… Πίσω από κάθε λεπτό (καλά, υπερβάλλω).. αλλά πίσω από κάθε ώρα της ημέρας, μέσα σε κάθε χαραμάδα ώρας, έκρυψε κάποια μυρμηγκάκια σουρεαλισμού.. Δεν είναι λοιπόν εμφανής, να το ξέρεις, να γελάσεις, να το αντιμετωπίσεις ανάλογα… Κρύφτηκε μέσα στα πρόσωπα των ανθρώπων που καθημερινά συναναστρέφεσαι…
Και αργά το απόγευμα, παίζεις με τον σχεδόν τρίχρονο πια γιο σου, και σου φαίνονται όλα τόσο μα τόσο λογικά… ακόμα και το σπαθί που θέλει να το βάλει μέσα από τη μπλούζα του για να γίνει χελωνονιντζάκι και να φορέσει την τσάντα του στον ώμο για να εκτοξευτεί στον ουρανό σαν αστροναύτης και να πάρει το φεγγάρι και να του φέρει δυο σβούρες και να του ζητήσει για χαρτζιλίκι δυο αστέρια να τα κρύψει στην τσέπη του και να τα φέρει το βράδυ στο κρεβάτι του επειδή φοβάται τα φαντάσματα, και να σου χαρίσει κι εσένα ένα «γιατί κι εσύ μπαμπά είσαι καλός», σου φαίνεται η πιο λογική πρόταση που έχεις σήμερα όλη την ημέρα…
Κρίμα που ο γιος μου έχασε την τρέλα του, έχασε αυτό το παιδικό, το ασυνάρτητο της σκέψης του, κι αρχίζει όλα και τα βάζει σε μια σειρά.. Κρίμα… πώς μπορώ να του μιλήσω άραγε για τον κόσμο που θα μεγαλώσει? Πώς να του μιλήσω για την καθημερινότητα στην Ελλάδα του 2014, της κρίσης, των χαμένων συνειρμών και ζαλισμένων συνειδήσεων?  

Κράμερ εναντίον Κράμερ junior

16 Μαρτίου 2014


Το βράδυ περιμένεις να κοιμηθεί ο μικρός για να μπορέσεις να χαλαρώσεις λίγο στον υπολογιστή, να φαντασιωθείς ταξίδια σε μέρη που ταξιδεύει η μνήμη σου καθημερινά, να φας πατατάκια κυματιστά και με κιτρινισμένα δάχτυλα να ψάχνεις να βρεις την Ιθάκη σου κάπου ανάμεσα στα πλήκτρα του keyboard, να αφήνεις ίχνη παντού στο δρόμο προς την ηλεκτρονική Ιθάκη, τέτοια ώστε αρκεί να αναποδογυρίσεις το πληκτρολόγιο και να το χτυπήσεις 1-2 φορές στο γραφείο ώστε όλα τα χνάρια του ταξιδιού με βάρκα τα chips, να γεμίσουν τον κόσμο σου με μικρά αλατισμένα κομματάκια… Το καλύτερο blanco της μνήμης και των ταξιδιών σου είναι ο ήχος από το μικρό ηλεκτρικό σκουπάκι Βlack & Decker που απλώνει όλο το black του σε όσα decks είχες ονειρευτεί… απόψε στα καταστρώματα είσαι μόνος….
Και κοιμάσαι κατά τις δύο, αν όλα έχουν πάει καλά και ο μικρός δεν έχει εμφανίσει νυχτερινό τρόμο, και δεν βήχει, και δεν βλέπει όνειρα και δεν παραμιλάει…
            6μιση η ώρα το πρωί ο μικρός Κράμερ σκαρφαλώνει πάνω σου για να σε ξυπνήσει, σου τραβάει τα βλέφαρα… Λογικό, αν έτσι ανοίξουν τα μάτια, πάει να πει πως ξύπνησες. Πιάνει. Δοκιμάστε το. Ξυπνάς στα αλήθεια.
            Σηκώνεσαι παραπατώντας και σε ακολουθεί η ουρά σου, ο μικρός Κράμερ, διαλαλώντας την πραμάτεια του, τα πράγματα τα οποία σας συντρόφευσαν στον ύπνο σας και βρήκαν τη θέση που τους αρμόζει στο κρεβάτι δίπλα σας… Μετά θέλει πρωινό. Θέλει ομελέτα. Τον ρωτάς αν θέλει γάλα. Όχι, θέλει ομελέτα. Τον ρωτάς αν θέλει δημητριακά. Όχι, θέλει ομελέτα. Και κάνεις ομελέτα στις 6 και 45 το πρωί. Και μόλις είναι έτοιμη, ο μικρός κλαίει. Γιατί δεν θέλει ομελέτα. Θέλει γάλα. Και του ζεσταίνεις γάλα ενώ τρως την ομελέτα του. Και μόλις γίνεται το γάλα ο μικρός κλαίει. Γιατί δεν θέλει γάλα. Θέλει χυμό και τοστάκι. Και ετοιμάζεις το τοστάκι ενώ πίνεις το γάλα του. Από τις 7 παρά έχεις σκάσει στο φαγητό, εσύ που δεν πεινούσες. Ταράτσα την έκανες πρωί πρωί. Έτοιμο το τοστάκι. Και ο χυμός. Και κάθεστε μαζί στο τραπέζι. Εκείνος τρώει. Εσύ φυσικά δεν πεινάς πια. Κάνεις όμως έναν καφέ, έτσι για την παρέα. Και ανοίγεις και τον υπολογιστή σου δίπλα. Ο μικρός παίζει με το αεροπλανάκι του πάνω από το πιάτο και το ποτήρι του. Και το αεροπλανάκι κάνει ανώμαλη προσγείωση. Πρώτα στο ποτήρι και μετά στο πιάτο. Και καταλήγει στον υπολογιστή σου. Και στον καφέ σου. Εντάξει, λίγο στον καφέ σου. Ο μικρός κλαίει, γιατί στεναχωρέθηκε που το τοστάκι έγινε χάλια, που ο χυμός χύθηκε, και πεινάει θέλει να φάει αλλά δεν θέλει αυτό το τοστάκι. Τον βάζεις να παίξει στο δωμάτιό του. Τρως το παπαριασμένο τοστάκι. Τον χυμό δεν μπορείς να τον πιεις. Τον ήπιε το τοστάκι. Και ο υπολογιστής. Που θυμάται ακόμα τα χθεσινοβραδινά κυματιστά τσιπς με γεύση μπαρμπεκιου και πολύ τον χρειαζότανε έναν χυμό φρούτα του δάσους να του φύγει η καούρα. Του υπολογιστή. Και σε έπιασε εσένα. Καούρα. Βαρυστομαχιά. Ο μικρός γκρινιάζει. Πεινάει. Τηλεφωνείς στη διανυκτερεύουσα χασαποταβέρνα «τα 5 αδέρφια» και του παραγγέλνεις κοκορέτσι και σπληνάντερο. Τηλεφωνείς σε ένα συνεργείο καθαρισμού να έρθει στο σπίτι να ξεκολλήσει το τραπεζομάντηλο από το τραπέζι γιατί ο χυμός μάλλον ήταν από logo στιγμής κι όχι από φρούτα του δάσους. Τηλεφωνείς στη Νταντά Αμέσου Δράσεως. Τηλεφωνείς και στη δουλειά να πεις ότι θα καθυστερήσεις. Χαζός είσαι να χάσεις το κοκορέτσι τώρα που θα έρθει ζεστό ζεστό? Η ώρα πήγε 8 το πρωί. Μεσημέριασε. Ας ετοιμαστούμε για τον παιδικό…

Σημείωση: Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική και ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα. Άλλωστε δεν υπάρχει χασαποταβέρνα «τα 5 αδέρφια» στη γειτονιά μου. «7 αδέρφια» λέγεται.